- Details
- Category: Κείμενα
Ο αγώνας ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη
Δύο μόλις χρόνια από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα φαίνεται ότι αρκούν για όσους επιχειρούν να βυθίσουν τον αντιφασισμό στη λήθη της ανάθεσης, της παραίτησης και της ματαιότητας. Όχι όμως για όσους δε διαθέτουν κοντή μνήμη. Στις 18/09/2013, ο Παύλος μάχεται μόνος του ένα τάγμα εφόδου δεκάδων χρυσαυγιτών στην οδό Π. Τσαλδάρη στο Κερατσίνι, που καταφτάνει συντεταγμένα στην περιοχή για να συνεχίσει εναντίον του τα νυχτερινά πογκρόμ τραμπουκισμών, ξυλοδαρμών και δολοφονιών πάνω σε μετανάστες, τις επιθέσεις σε αυτοοργανωμένα εγχειρήματα, τον κόσμο του αγώνα, σε μέλη της LGBTQI κοινότητας και σε οτιδήποτε διαφοροποιείται από τα ορθόδοξα, πατριαρχικά, εθνικιστικά γούστα. Επιθέσεις και δολοφονίες που νομιμοποιούνται από έναν διαχρονικό και διάχυτο καθεστωτικό ρατσισμό που τα χρόνια της κρίσης και της λεηλασίας, από το 2009 και έπειτα, οξύνθηκε και οργανώθηκε από το κράτος, το κεφάλαιο και τα ΜΜΕ ως κεντρικό στοιχείο συνοχής της κοινωνικής ομαλότητας. Μέχρι τότε η χρυσή αυγή, μία παρακρατική και ΚΥΠατζίδικη οργάνωση ναζιστικής ιδεολογίας που λειτουργεί πανομοιότυπα από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, δεν ξεπερνούσε πανελλαδικά τις λίγες εκατοντάδες μελών και υποστηρικτών και τα μηδενικά ποσοστά στις εκλογικές διαδικασίες. Η κατακόρυφη άνοδός της τα τελευταία χρόνια δεν αποτελεί ένα «ιδιότυπο φαινόμενο της κρίσης», ούτε «καρκίνωμα της αστικής δημοκρατίας» αλλά μία οργανική εφεδρεία της, μία συνειδητή επιλογή της κυριαρχίας και του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης. Η κοινωνική επιρροή της και η ανοχή απέναντί της διευρύνθηκαν μόνο εφόσον ο κρατικός και μιντιακός δημόσιος λόγος ταυτίστηκε με την πολιτική της ατζέντα (αντιμεταναστευτική πολιτική, θεσμικός ρατσισμός, ασφάλεια και αστυνόμευση, εγκληματοποίηση των κοινωνικών αντιστάσεων) παρέχοντάς της την άνεση και την ευχέρεια να στήσει μαζί με την ελληνική αστυνομία φασιστικά απαρτχάιντ στον Άγιο Παντελεήμονα στο κέντρο της Αθήνας και να πριμοδοτήσει την πολιτική της καταξίωση στα έδρανα του κοινοβουλίου.
Την περίοδο λίγο πριν την δολοφονία του Παύλου, η θεσμική παρουσία της χρυσής αυγής έχει καθιερωθεί σε τέτοιο βαθμό που το καθεστώς συζητάει ανερυθρίαστα ακόμα και τη συμμετοχή της σε κυβερνητικό σχήμα, την ίδια στιγμή που οι βουλευτές του κόμματος ανακοινώνουν ότι η δράση της οργάνωσης θα έχει διπλή μορφή, τόσο μέσα στο κοινοβούλιο όσο και στους δρόμους με ευθείς αλλά και υπονοούμενες απειλές εκκαθάρισης προς τον εσωτερικό εχθρό, καθώς ήδη τα τάγματα εφόδου της οργάνωσης έχουν στηθεί πανελλαδικά και έχουν θεσμίσει τόσο τις στρατιωτικές παρελάσεις τους στις γειτονιές όσο και τα νυχτερινά μαχαιρώματα. Πλέον επιχειρούν να εντάξουν δυναμικά στις θρασύδειλες επιθέσεις τους, τους πολιτικούς τους αντιπάλους και όσους αντιστέκονται στη φασιστική πανούκλα, όπως ο ίδιος ο Φύσσας. Άλλωστε, λίγες μέρες πριν και λίγα χιλιόμετρα μακρυά, στο Πέραμα των εφοπλιστικών και εργολαβικών συμφερόντων, είχε προηγηθεί η δολοφονική επίθεση κατά συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ, ενώ το Πέραμα και πρωτίστως η Νίκαια αποτελούσαν κομβικά σημεία λειτουργίας και οργάνωσης των ταγμάτων εφόδου. Ο Παύλος, λοιπόν, αντιμετώπισε σε μία τέτοια πολιτική συγκυρία δεκάδες πολιτικούς απόγονους των ταγματασφαλιτών, μέχρι ένας εξ αυτών, ο Γιώργος Ρουπακιάς, να τον μαχαιρώσει στην καρδιά.
Η στάση του Παύλου όσο μοιραία και αν εξελίχθηκε, δεν ήταν ούτε απονενοημένη ούτε και προδιαγεγραμμένη. Η επιλογή του να μείνει και να δώσει μάχη ενάντια στους επιτιθέμενους φασίστες είχε σαφέστατες κοινωνικές αναφορές, καθώς αντανακλούσε μία ευρύτερη κοινωνική δυναμική που ουδέποτε ανέχτηκε πόσο μάλλον υπέκυψε στον φασισμό. Σε αντίθεση με τους πολιτικούς θεσμούς και τις οργανώσεις, ένα μεγάλο κοινωνικό ρεύμα και ο ευρύτερος κόσμος των αυτοοργανωμένων αντιστάσεων έθεσαν εξαρχής ένα ισχυρό ανάχωμα στο μακρύ χέρι της εξουσίας, σε αντιστοιχία και συνέχεια των ευρύτερων κοινωνικών και απελευθερωτικών αγώνων ενάντια στον σύγχρονο ολοκληρωτισμό. Και ήταν η ίδια κοινωνική δυναμική με χιλιάδες κόσμου σε ολόκληρη την επικράτεια που την επόμενη μέρα της δολοφονίας του Παύλου, πήρε σαφή και ορατή θέση ενάντια στον φόβο, την απάθεια και την ανάθεση των ζωών μας, ξεδιπλώνοντας την οργή της ενάντια στο φασισμό και στο σύστημα που τον θρέφει αλλά και την αλληλεγγύη της σε κάθε μορφής καταπιεζόμενο. Και από τη στιγμή που αυτή η κοινωνική ρήξη συνέβη σε μία περίοδο γενικευμένης ύφεσης των κεντρικών κινητοποιήσεων, σήμανε και τον κώδωνα του κινδύνου για την εξουσία, η οποία είδε στον ακηδεμόνευτο αντιφασισμό των «από κάτω» ένα κίνδυνο επανασυσπείρωσης των κοινωνικών και πολιτικών αρνήσεων.
Ο θεσμικός αντιφασισμός και τα παραμύθια της Χαλιμάς
Οι διώξεις και οι φυλακίσεις ορισμένων μελών και βουλευτών της χρυσής αυγής δημιούργησαν ένα κακόγουστο ανέκδοτο, αυτό του «κρατικού αντιφασισμού». Τα ίδια επιτελεία, οι ίδιες αρχές, τα ίδια ΜΜΕ και οι ίδιοι θεσμοί που πριμοδότησαν, ανέχτηκαν, βοήθησαν, φλέρταραν, συνεργάστηκαν ή σιώπησαν στην πολιτική και κοινωνική ανέλιξη του ναζιστικού μορφώματος, εν μία νυκτί μετατράπηκαν σε δήθεν σοκαρισμένους και λάβρους επικριτές της. Λίγες μέρες αργότερα, οι εισαγγελικές και αστυνομικές αρχές που ανέκαθεν συνεργάζονταν με τα παρακρατικά σκουπίδια και συγκάλυπταν τις ενέργειές τους ανέλαβαν να διερευνήσουν τη δράση μίας οργάνωσης που προέρχεται από τα σπλάχνα τους και λειτουργούσε εις γνώση τους. Είναι η απαρχή μίας σειράς νομικών κατηγοριών και προφυλακίσεων που επιχείρησαν να επισκιάσουν, να αποπροσανατολίσουν και εν τέλει να ποδηγετήσουν την κοινωνική κατακραυγή με μία πρόφαση δικαιοσύνης, η οποία επιχειρεί να πείσει πως ο φασισμός πολεμιέται σε δικαστικές αίθουσες με αποφάσεις και ρητορίστικες αγορεύσεις και όχι με το ξεχέρσωμα των εξουσιαστικών σχέσεων που διαποτίζουν την κοινωνία και τον τροφοδοτούν.
Σήμερα, αποδεικνύεται στην πράξη ότι ο θεσμικός αντιφασισμός δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μία εξισορροπητική κίνηση της κυριαρχίας για ίδιον όφελος και κυρίως για την αποδυνάμωση του ακηδεμόνευτου και αντιθεσμικού αντιφασισμού. Ενός αντιφασισμού που δεν εξαντλείται εκεί που ο φασισμός εκδηλώνεται και συγκροτείται ως πολιτικό πρόγραμμα (όπως σε μία οποιαδήποτε χρυσή αυγή) αλλά που συνεχίζει να αγωνίζεται ενάντια σε κάθε γενεσιουργό αιτία του και στις κοινωνικές σχέσεις εντός των οποίων αυτός ζυμώνεται ή φυτοζωεί. Με το πέρας των όποιων αρχικών κραδασμών και μετά από σειρά ενδοθεσμικών διεργασιών (που συνέβησαν και εντός της ίδιας της χρυσής αυγής), το σύστημα που θα «έριχνε άπλετο φως» στην οργάνωση και τα ΜΜΕ που είδαν τις σβάστικες μόλις μετά από… 25 χρονιά χυδαίας επίδειξης, απελευθερώνουν τους «ήρωες» πλέον χρυσαυγίτες και τους επιστρέφουν ακέραιους και το ίδιο επικίνδυνους, αν όχι περισσότερο ριζωμένους στο πολιτικό προσκήνιο, πριν καν συμπληρωθούν 2 χρόνια από τη δολοφονία του Φύσσα.
Ωστόσο, ο θεσμικός αυτός συρφετός δεν έμεινε μόνο στην παραγωγή ψευδών και εφήμερων εντυπώσεων μίας δήθεν αντιφασιστικής αγωνίας. Πλέον, φορώντας τον μανδύα ενός όψιμου και κούφιου αντιφασισμού, η κρατική και πολιτική διαχείριση ήταν έτοιμες να αναπληρώσουν το κενό που άφησε πίσω της χρυσή αυγή. Η απόσυρση των ταγμάτων εφόδου από τους δρόμους σήμανε την ποιοτική αναβάθμιση της αστυνομικής βαρβαρότητας σε γειτονιές και σε πόλεις. Ο ρατσιστικός και εθνικιστικός λόγος της χρυσής αυγής έγινε η επίσημη ρητορεία αλλά και το πολιτικό πρόγραμμα του κράτους, με τρανταχτό παράδειγμα την διαχείριση των μεταναστευτικών ροών μέσω της αύξησης των στρατοπέδων συγκέντρωσης και της δολοφονικής καταστολής εναντίον τους. Παράλληλα, η αντιμετώπιση των κοινωνικών αντιστάσεων και κινημάτων μπόρεσε να επανέλθει στην ακριβοθώρητη τακτική της «μηδενικής ανοχής».
Από την πρώτη στιγμή της κρατικής αυτής μεταστροφής, ένα διόλου αμελητέο κομμάτι αντιστεκόμενων και αντιφασιστών στάθηκε αμετακίνητα υπέρ του αντιθεσμικού και ακηδεμόνευτου αντιφασισμού. Και με την πάροδο του χρόνου, όταν έπεσαν οι κουρτίνες των πρώτων θεαματικών συλλήψεων και προφυλακίσεων των τέκνων της χωροφυλακής, της αστυνομίας και του στρατού, η στάση αυτή φάνηκε να δικαιώνεται και να απλώνεται ευρύτερα. Απέναντι σε αυτήν την ανυπακοή στις σειρήνες των στημένων δικαστηρίων και της θεσμικής αφομοίωσης, στην πρώτη επέτειο της δολοφονίας του Φύσσα, στις 18/09/2014, το κράτος επέδειξε για άλλη μία φορά σιδηρά πυγμή. Οι αντιφασιστικές πορείες που καλέστηκαν εκείνη τη μέρα στο Κερατσίνι, μέσα σε ένα καθεστώς τρομοκρατίας από κράτος και ΜΜΕ, δέχτηκαν τα ενορχηστρωμένα χτυπήματα της αστυνομικής καταστολής, με τα μπλοκ των αυτοοργανωμένων σχημάτων να στοχοποιούνται με την μεγαλύτερη ένταση. Το αστυνομικό πογκρόμ που εξαπολύθηκε μέσα στις γειτονιές είχε ως αποτέλεσμα 64 συλληφθέντες στο σωρό, το δικαστήριο των οποίων έχει προσδιοριστεί στις 15/10/2015. Παράλληλα, η έκφραση μίας αυτιστικής, ελιτίστικης, αντικοινωνικής και πολεμικής βίας μέσα από διάφορα μπλοκ διαδηλωτών που αποφάσισε να εντάξει στην φασιστική όχθη ακατανόητους στόχους επιθέσεων, τους ίδιους τους διαδηλωτές αλλά και κατοίκους του Κερατσινίου, κατάφερε να θολώσει -όπου δεν ακύρωσε εντελώς- τα νοήματα και τις κοινωνικές απολήξεις των αντιφασιστικών προταγμάτων κατά την πρώτη επέτειο της δολοφονίας του Φύσσα.
Πρώτη φορά αριστερά σημαίνει πραγμάτωση της εθνικής ενότητας και του θεσμικού ρατσισμού
Μπορεί οι διώξεις των φασιστών να προκαλούν από καχυποψία μέχρι και ειρωνία, μπορεί ο «αντιφασισμός» των μηχανισμών που τον παράγουν να προκαλεί μειδιάματα, ωστόσο δε μένει απαρατήρητη, και σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, η θεσμική μεταπήδηση από την «ανεπηρέαστη απόδοση δικαιοσύνης» στα ποινικά και ιδεολογικά χάδια απέναντι στον οργανωμένο θάνατο που εξάπλωνε η φασιστική γκρούπα. Ούτε επίσης και οι ασκήσεις νομιμοφροσύνης που επιδεικνύουν οι «πολιτικά διωκόμενοι» παρακρατικοί ναζιστές, προκειμένου να επανέλθουν στο πολιτικό προσκήνιο καλύτερα οργανωμένοι και πιο προσεκτικοί, τουλάχιστον σε ότι αφορά τις επιθέσεις και τους τραμπουκισμούς τους. Ωστόσο, όλα αυτά θα είχαν πολύ μικρότερη σημασία αν δε συνέβαιναν σε μία πολιτική συγκυρία η οποία τσιμεντώνει στη κοινωνική ζωή όλα όσα συγκροτούν τις φασιστικές οργανώσεις: το έθνος, την πατρίδα, τον «περιούσιο λαό της» και την ελληνικότητα.
Από τις αρχές του 2015, η «νέα», «ελπιδοφόρα» αριστερή διακυβέρνηση σήμανε την ολοκληρωτική επίθεση στους κοινωνικούς αγώνες και τις αντιστάσεις, όχι τόσο μέσω της κατασταλτικής βαρβαρότητας (που δεν αρνήθηκε ωστόσο να χρησιμοποιήσει πολλάκις), αλλά κυρίως μέσω μίας συστηματικής αφομοίωσης των κοινωνικών αρνήσεων σε βαθμό απονέκρωσης, η οποία είχε ξεκινήσει από το 2012 όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και κορυφώθηκε φέτος μέσα από τα κυβερνητικά πόστα. Πολλά μπορούν να ειπωθούν για αυτού του είδους την κρατική διαχείριση: από τα ανεκδιήγητα «σκισίματα» των μνημονίων που κατέληξαν σε υπογραφή νέων, από την «ελπίδα» που μετατράπηκε σε εφιάλτη, από την «κάθαρση της διαπλοκής» που σήμανε την παλινόρθωση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και της πλήρως απαξιωμένης μέχρι τότε βουλής, από τους «αγώνες του μέλλοντος» που εξελίχθηκαν σε τηλεοπτικά θεάματα. Αυτό που έχει σημασία όμως στο προκείμενο είναι η πλήρης ενσωμάτωση των εθνικών ψευδαισθήσεων και της πατριδολαγνίας.
Μπορεί παραδοσιακά οι σχέσεις αριστεράς και εθνικής ιδέας να μην ήταν ποτέ διαχωρισμένες ούτε εχθρικές, ωστόσο διατηρούταν τουλάχιστον μία αινιγματική αμφισημία. Με τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ όμως, η εθνική ενότητα γνώρισε ίσως τη μεγαλύτερη αποδοχή της μετά την πρώτη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’80. Δεν είναι μόνο ότι ο αριστερός ΣΥΡΙΖΑ διακηρύττει την «αγαστή και άψογη» συνεργασία με ένα ακροδεξιό μόρφωμα, ούτε και η υπόσχεση για τη συνέχιση αυτής της συνεργασίας σε μελλοντικές κυβερνήσεις. Είναι η γενικότερη ενσωμάτωση του έθνους και του πατριωτισμού στον πυρήνα της αριστερής ρητορείας και του κυβερνητικού προγράμματος, κάτι που αφορά επίσης και τους αποχωρήσαντες από τον ΣΥΡΙΖΑ που καθόλου τυχαία επαναβαπτίστηκαν ως «Λαϊκή Ενότητα». Είναι η διαμόρφωση μίας αντίστοιχης κοινωνικής αποδοχής της «ελληνικότητας» που όχι μόνο συστρατεύεται τυφλά με όποιον διατείνεται ότι εκφράζει το «εθνικό καλό» από οποιοδήποτε φάσμα της πολιτικής σκηνής (από την αριστερά έως και τους ναζιστές), αλλά αναμοχλεύει έναν γνώριμο και αντιδραστικό συντηρητισμό (σωβινισμός, ξενοφοβία, εξατομίκευση και μικροαστικά αντανακλαστικά) δίνοντάς του ξανά τον χώρο και τη δυνατότητα να βρει έκφραση στο κοινωνικό πεδίο.
Εφόσον το οξυγόνο του φασισμού βρίσκεται στους επίπλαστους διαχωρισμούς, στον εθνικισμό, στο ρατσισμό, στην πατριαρχία, στην ιδιοκτησία, στη θρησκευτική μισαλλοδοξία κ.ο.κ., είναι φυσικό ότι οι μετανάστες/ριες αποτελούν το μήλο της έριδος για τους νεκροθάφτες της κοινωνικής αλληλεγγύης και απελευθέρωσης (όπως επίσης και μία σειρά άλλων θεμάτων όπως οι οικονομικές ατλαντίδες των ΑΟΖ, οι «προαιώνιοι εχθροί τούρκοι», ο ισλαμισμός κ.α.). Αυτό που πρόσφερε η αριστερή διακυβέρνηση είναι η ολοκλήρωση του θεσμικού ρατσισμού υπό το μανδύα ενός ανθρωπισμού που ζέχνει από το ιδεολόγημα της ανωτερότητας. Γιατί ακόμα και αν το «πρόβλημα των μεταναστών» δε λύνεται για την αριστερά με τους δεξιάς εμπνεύσεως φράχτες και τις δολοφονίες, ωστόσο ούτε οι φράχτες στον Έβρο έπεσαν, ούτε οι δολοφονίες στο Αιγαίο έπαυσαν, αλλά ούτε σταμάτησε η ανακήρυξη των μεταναστευτικών ροών ως «πρόβλημα». Απεναντίας, κανένα «πρόβλημα» δεν αποτελεί η ενεργή συμμετοχή του ελληνικού κράτους στην κατοχή, στους πολέμους, στην υποστήριξη στρατιωτικών πραξικοπημάτων (Αίγυπτος) και ναζιστικών μορφωμάτων (Ουκρανία) και στη καταδυνάστευση της Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης, της Αφρικής και ενός κομματιού της Ασίας από τα δυτικά «πολιτισμένα» κράτη που μεταλαμπαδεύουν τα δημοκρατική ήθη με φωτιά και τσεκούρι, καταστρέφοντας ολόκληρες επικράτειες και δημιουργώντας τεράστια μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα. Κάπως έτσι, ένα παγκόσμιο ζήτημα κυριαρχικής καταπίεσης, βίας, πολέμου και ξεριζωμού μετατοπίζεται σε ευθύνη των ίδιων των μεταναστών και αντιμετωπίζεται με τον αρχοντοχωριατισμό του «μικρού, υπό ιστορική δοκιμασία αλλά περήφανου ελληνικού έθνους» που μαστίζεται από τους τρομολαγνικούς εφιάλτες των πολιτικών, των αφεντικών και των ΜΜΕ.
Ο φασισμός τσακίζεται στους δρόμους
Με ή χωρίς χρυσές αυγές, ο αντιφασιστικός αγώνας είναι κρίσιμος και ζωντανός, όσο το σύστημα που τον γεννά και τον θρέφει παραμένει στη θέση του. Η δεύτερη επέτειος της θρασύδειλης δολοφονίας του Παύλου Φύσσα από τα τάγματα εφόδου της χρυσής αυγής μπορεί να συμπίπτει με μία ακόμα διαδικασία εθνικών εκλογών αλλά αυτό αποτελεί έναν ακόμα λόγο έκφρασης της αντιφασιστικής δράσης. Γιατί οι κάλπες και οι θεσμικές σειρήνες δεν αλέθουν μόνο τις κοινωνικές αντιστάσεις στο μύλο της ανάθεσης και της ματαιοδοξίας προσφέροντας φρούδες ελπίδες στους υπηκόους-ψηφοφόρους αλλά καθιερώνουν την φασιστική πανούκλα στην ημερήσια διάταξη και στην παραγωγή πολιτικής. Ενάντια στην ηττοπάθεια, την παραίτηση, τις εκλογικές αυταπάτες, την ανάθεση των ζωών μας σε «σωτήρες», τον κοινωνικό κανιβαλισμό και τους διαχωρισμούς, οι ακηδεμόνευτοι και αυτοοργανωμένοι αγώνες εξακολουθούν να είναι το μόνο ανάχωμα στην εξουσία και τον φασισμό και ο μόνος δρόμος για την ατομική και κοινωνική χειραφέτηση και την αλληλεγγύη.
ΦΑΣΙΣΤΕΣ-ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ
ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ – ΔΕΝ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ
Αντιφασιστική Πορεία, Παρασκευή 18/9/15, 6μ.μ., πλατεία Κύπρου (Δημαρχείο) στο Κερατσίνι
Ρεσάλτο (Κερατσίνι), Συνέλευση Πλατείας Κερατσινίου-Δραπετσώνας, Κατάληψη Σινιάλο (Αιγάλεω),
Θερσίτης (Ίλιον), Κατάληψη Αγρός (Πάρκο Τρίτση, Ίλιον)
[Για να διαβάσετε το κείμενο σε αρχείο μορφής Pdf πατήστε εδώ]
- Details
- Category: Κείμενα
Κείμενο του Θερσίτη που μοιράζεται τις τελευταίες ημέρες στις γειτονιές του Ιλίου και των Αγίων Αναργύρων
ΔΕΝ ΠΑΙΖΟΥΜΕ ΣΕ ΣΤΗΜΕΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
ΚΑΜΙΑ ΑΥΤΑΠΑΤΗ-ΔΕΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΜΕ
ΣΥΓΚΡΟΥΟΜΑΣΤΕ
Θα μπορούσε να είναι βάση για σενάριο κωμωδίας: μια αριστερή κυβέρνηση που σκίζει μνημόνια από μικροφώνων και λέει όχι, ενώ την ίδια στιγμή «διαπραγματεύεται» ένα άλλο λέγοντας ναι, καλοστεκούμενοι-ες κύριοι και κυρίες από τα ακριβά προάστια διαδηλώνουν «μένουμε ευρώπη» για την «σωτηρία του λαουτζίκου» (γιατί ποιος θα τους κουρεύει το γκαζόν εξάλλου;), φιλεύσπλαχνες τράπεζες μοιράζουν –με την παρουσία καναλιών βεβαίως- αμίτες και νερά σε ηλικιωμένους συνταξιούχους που περιμένουν στις ουρές –που οι ίδιες δημιούργησαν- για τα τελευταία 60ευρα, φασίστες που κάνουν πλάτες σε αφεντικά και στήνουν εργοδοτικά σωματεία (χρυσαυγίτικο σωματείο στην ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος) για να ρίξουν κι άλλο τα μεροκάματα κάνουν ασκήσεις φιλολαϊκού-αντιμνημονιακού ύφους… Και στο κέντρο ένα δημοψήφισμα. Τίποτα δεν μας χαρίζει χαμόγελο…
Για άλλη μια φορά όμως ερχόμαστε αντιμέτωποι-ες με διλήμματα που θέτουν οι από πάνω: πριν λίγους μήνες ήταν φόβος ή ελπίδα, σήμερα είναι μια παραλλαγμένη τους μορφή, μέσα σε ένα συνεχιζόμενο καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Ένα δίλλημα ΝΑΙ ή ΟΧΙ που κάθε απάντηση δεν είναι παρά μια κατάφαση, μια θετική απόκριση, στην κουλτούρα της ανάθεσης και των κάθε λογής σωτήρων. Ένα δίλημμα ΝΑΙ ή ΟΧΙ που στην πραγματικότητα αποκρύπτει την πραγματική βάση πάνω στην οποία στήνεται η εξαθλίωση της ζωής των υποτελών τάξεων, της ερημοποίησης των γειτονιών μας: την ανελέητη επίθεση από την πλευρά μικρών και μεγάλων αφεντικών που εδώ και 6 χρόνια διεξάγεται χωρίς προσχήματα, με ωμό κανιβαλισμό. Ένα δίλημμα ΝΑΙ ή ΟΧΙ που θέτει όλους-ες εμάς στο να συντονιστούμε εκ νέου βάζοντας πλάτη (αυτή τη φορά «αμεσοδημοκρατικά») στην εθνική σωτηρία, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά η επιβίωση και μακροημέρευση μικρών και μεγάλων αφεντικών (ντόπιων και πολυεθνικών) εις βάρος μας. Ένα δίλημμα ΝΑΙ ή ΟΧΙ που στην πραγματικότητα είναι –όποια κι αν είναι η απόκριση- μια μεγάλη κατάφαση υποταγής και βάθυνσης του εξανδραποδισμού της κοινωνίας.
Κι αν το ΝΑΙ είναι περισσότερο ξεκάθαρο στο τι και ποιους εξυπηρετεί (μια ρητή και εκούσια παραχώρηση συναίνεσης στην λεηλασία), το ΟΧΙ σε κάθε περίπτωση δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια απόπειρα από την πλευρά της αριστερής κυβέρνησης να «κεφαλαιοποιήσει» την κοινωνική δυσφορία, να κάνει κομμάτι της κρατικής στρατηγικής τα κινήματα διαμαρτυρίας, να ενσωματώσει την διάχυτη οργή, για να την κάνει ξέπνοη, άσφαιρη. Επιχειρώντας ταυτόχρονα να εξασφαλίσει τη συσσώρευση κομματιών του ελληνικού καπιταλισμού αλλά και την ομαλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, η οποία είναι απαραίτητη για την επιβίωση του. Γιατί, τι περισσότερο μπορεί να συμφέρει την κυριαρχία από το να έχει απέναντι της -όχι εξεγερμένους/ες και ακηδεμόνευτους, ανεξέλεγκτους αγώνες, αλλά- φιλήσυχους, φοβισμένους υπηκόους, που έχουν την ψευδαίσθηση ότι αντιστέκονται στηρίζοντας την επιλογή της ίδιας της κυβέρνησης μέσω της ψήφου τους. Μιας ψήφου που τους καλεί να απαντήσουν μονολεκτικά –λες και τις αποφάσεις για τη ζωή μας μπορούμε να τις πάρουμε με ένα ναι ή ένα όχι. Τι άλλο δηλώνει η επιμονή της κυβερνώσας αριστεράς να υπενθυμίζει πως το δημοψήφισμα είναι η συνέχιση της διαπραγμάτευσης με τους «εταίρους» και όχι η παύση της; Γιατί αν χρειάζεται κάτι ο ελληνικός καπιταλισμός για να «αναπτυχθεί» εκ νέου είναι μια διαρκής κοινωνική συγκατάβαση, ένα πεδίο παραχωρημένης ειρήνης και συνθηκολόγησης από την πλευρά αυτών που πραγματικά υποφέρουν. Το ΟΧΙ δεν αποτελεί σε κανένα σημείο προοπτική ξεπεράσματος των ορίων του συστήματος, μια αντιστροφή της ροής του, έναν «άλλο κόσμο», αλλά το ακριβώς αντίθετο: πρόκειται για μια κυριαρχική διαστολή αυτών των ορίων. Το να επικαλείται κάποιος την Ευρώπη της Αλληλεγγύης κόντρα στην Ευρώπη των Μονοπωλίων, είναι πολιτική φτήνια και εξαπάτηση: η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο περίφημος ευρωπαϊκός πολιτικός πολιτισμός είναι γεμάτος από λεκέδες αίματος ντόπιων και μεταναστών προλετάριων, άγριας καταστολής όσων αντιστέκονται, πολεμικών επιχειρήσεων, βομβαρδισμών, ταπείνωσης και λεηλασίας των πληθυσμών του «τρίτου κόσμου» στις χώρες τους και «αντιμεταναστευτικών πολιτικών» στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών συνόρων, εξανδραποδισμού των φτωχών και άλλα τέτοια όμορφα, δημοκρατικά και ευρωπαϊκά (στα οποία όλα αυτά τα χρόνια συμμετείχε το ελληνικό κράτος και τα αφεντικά). Αυτά είναι τα θεμέλια και οι αξίες της ΕΕ.
Κάθε απόκριση λοιπόν στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, είναι μια κατάφαση στο κάλεσμα για να επιλέξουμε εθελόδουλους όρους σφαγής ή λίγο καλύτερους, μια κατάφαση στον χυδαίο πατριωτισμό της «σωτηρίας της εθνικής οικονομίας», μια κατάφαση στην συνέχιση όλων αυτών που μας καθιστούν εύκολα αναλώσιμα. Είναι ένα κάλεσμα να αποδεχτούμε τους όρους μιας ζωής, που ανά πάσα στιγμή θα είναι έρμαιο της εμπορευματικής-χρηματικής συναλλαγής. Οι ουρές στα ΑΤΜ δεν δείχνουν απλά την πρόσδεση της ζωής όλων μας στις ορέξεις άπληστων καθαρμάτων τραπεζιτών. Η έλλειψη «ψυχραιμίας» και η εκροή καταθέσεων ήταν η αναμενόμενη απάντηση του πληθυσμού μιας πρωτοκοσμικής οικονομίας που έχει διδαχθεί πως ο βαθμός ελευθερίας του σχετίζεται με την αγοραστική του δύναμη, πως η ίδια η ελευθερία αφορά εν τέλει την δυνατότητα επιλογής εμπορευμάτων και υπηρεσιών. Στο σημερινό κρισιακό περιβάλλον (σε μια κατάσταση οξυμένου ταξικού πολέμου) δεν είναι περίεργο που το νόμισμα, ακριβώς για τους λόγους που περιγράφουμε, «θεοποιείται» ακόμα περισσότερο αποκτώντας την ιδιότητα να εγγυηθεί από μόνο του την ευμάρεια (ευρώ) ή την «θεραπευτική ανάπτυξη» (εθνικό νόμισμα). Η ευκολία με την οποία απορρυθμίστηκαν οι εργασιακές σχέσεις τα τελευταία χρόνια δείχνουν πως οι περισσότεροι/ες έχουν πια ξεχάσει πως το νόμισμα στην καπιταλιστική οικονομία ήταν, είναι και θα είναι ένα μέσο απόκρυψης των εκμεταλλευτικών σχέσεων. Το δίλλημα ευρώ ή δραχμή –όσο επίπλαστο κι αν είναι- αρχίζει να αποκτά στο μυαλό όλων μια συγκεκριμένη εικόνα: το χρήμα –και μάλιστα με την μορφή του νομίσματος- είναι η ζωή και η έλλειψή του είναι θάνατος…
Για μια ακόμη φορά γίνεται σαφές πως έχουμε ανάγκη τον δρόμο και όχι τις κάλπες. Πως έχουμε ανάγκη να αγωνιστούμε για κάτι καλύτερο από «καλύτερες συνθήκες σφαγής». Πως πρέπει να βγούμε από τον φόβο και να μην αναζητούμε σωτήρες ευκαιρίας, αλλά να διατυπώνουμε εμείς, οι υποτελείς τάξεις, τα διλλήματα στους ηγεμόνες, να θέτουμε εμείς οι ίδιοι-ες το πλαίσιο των απαντήσεων. Να συγκροτήσουμε τις αρνήσεις μας ενάντια σε έναν κόσμο που τρέφεται διαρκώς με νέα πεδία εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Να δημιουργήσουμε κοινότητες αγώνα και δομές αυτοοργάνωσης σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής, με αλληλεγγύη και οριζοντιότητα. Να καταλάβουμε πως όσο δεν επιλέγουμε την σύγκρουση τόσο θα υποχωρούμε και θα εντασσόμαστε στα σχέδια αυτών που ζουν σε βάρος μας. Τα θλιβερά χρόνια του φόβου και της εξαθλίωσης, δεν σβήνουν με προσευχές, με μονολεκτικές απαντήσεις, με κλειστά μάτια από τον φόβο, με μοναξιά: οι «κακές μοίρες» γίνονται στάχτη στα οδοφράγματα. Κι αν μας μάθανε να ακούμε έννοιες όπως «εξέγερση» και «κοινωνική επανάσταση» και να σαρκάζουμε την «αφέλεια της ουτοπίας», θα πρέπει να μάθουμε να τις ξανασυλλαβίζουμε και να τις θέτουμε σε κίνηση. Αλλιώς θα αρκούμαστε στην «ουτοπία» των ΑΤΜ χωρίς capital control, στο να περιμένουμε με «αγωνία» την αύξηση ρευστότητας από τον ELA, την πληρωμή του ταμείου ανεργίας, τα ξεροκόμματα που μας πετάνε για μισθούς, την βαρβαρότητα ενός πολιτισμού εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Θα αρκούμαστε στο να μετράμε το πόσο αδίστακτοι μπορούν να γίνουν.
ΚΑΜΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ
ΚΑΜΙΑ ΑΥΤΑΠΑΤΗ-ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΜΟΙΡΟΛΑΤΡΕΙΑ
ΟΛΟΙ-ΕΣ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ-ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ
[Για να διαβάσετε το κείμενο σε αρχείο μορφής Pdf πατήστε εδώ]
- Details
- Category: Κείμενα
Στις 2/4/15 το Ν.Π.Δ.Δ. Αθλητισμού και Πολιτισμού δήμου Ζωγράφου αποφασίζει τη μεταστέγαση του δημοτικού ωδείου στον κατειλημμένο χώρο της βίλας Ζωγράφου, με πρόσχημα το «άνοιγμα» του χώρου για τους κατοίκους του Ζωγράφου.
Μας είναι γνωστός ο ρόλος της λεγόμενης τοπικής αυτοδιοίκησης ως προς την εφαρμογή των κεντρικών πολιτικών. Οι άνθρωποι της δημοτικής αρχής είναι αυτοί που με πιο "ανθρώπινο" τρόπο υλοποιούν τις κυβερνητικές αποφάσεις και φροντίζουν τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Είναι οι ίδιοι που διευρύνουν και τσιμεντώνουν τους κοινωνικούς αυτοματισμούς στους "δημότες" τους, ώστε όλα να ρέουν σύμφωνα με τα κυρίαρχα πρότυπα. Και στις γειτονιές μας και παντού ο πιο "ανθρώπινος" τρόπος είναι η επέκταση της εμπορευματοποίησης, με τα καταστήματα και τα τραπεζοκαθίσματα σε πλατείες και πάρκα να γεμίζουν ασφυκτικά το χώρο, η λεγόμενη "καθαριότητα" που θα πει επιβολή μιας συγκεκριμένης αισθητικής αποστειρωμένων, ομοιόμορφων χώρων όπου μόνο τα διαφημιστικά και τα εμπορεύματα χωράνε και η εξαφάνιση κάθε τι που ξεφεύγει από τις κυρίαρχες κανονικότητες, η εξαφάνιση του συλλογικού, του αδιαμεσολάβητου, του από τα κάτω και για όλους/ες δημιουργημένου, του ελεύθερα προσβάσιμου.
Σε περιβάλλον "κρίσης", που το κοινωνικό πεδίο κατακλύζεται από τη φτώχεια και την εξαχρείωση (ανεργία, ανέχεια, κοινωνικός κανιβαλισμός, εμφάνιση και δράση φασιστών κτλ), αναδεικνύεται και ο ρόλος των νέων πολιτικών διαχειριστών. Διόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι οι συριζαίοι δήμαρχοι ασχολούνται δυναμικά με την πάταξη του «εσωτερικού εχθρού». Γιατί αυτό που συμβαίνει με τη βίλα Ζωγράφου δεν είναι μοναδικό φαινόμενο. Και στη Νέα Φιλαδέλφεια προτεραιότητα της δημοτικής αρχής ήταν να κατεδαφιστεί η κατάληψη Στρούγκα και να βρεθεί άλλος χώρος να στεγαστεί. Όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, έτσι και αυτή του Σύριζα στοχοποιεί τις καταλήψεις, γνωρίζοντας πολύ καλά πως αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του αγώνα για κοινωνική χειραφέτηση.
Ωστόσο, πέρα από την καταστολή των καταλήψεων, οι παρεμβάσεις των συριζαίων φροντίζουν να επιμελούνται πάντα και το κομμάτι της αισθητικής των πραγμάτων. Καταρχάς, πρωταρχικό μέλημά τους αποτελεί η αποκατάσταση στην κοινωνική συνείδηση των θεσμών - στην περίπτωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, η ανάδειξη μιας δημοτικής αρχής που φροντίζει πραγματικά τους πολίτες της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Μπαρουτάδικο στο Αιγάλεω, όπου χρόνια τώρα ο συριζαίος δήμαρχος σκίζει τα ιμάτιά του (με τη βοήθεια τελευταία και των ΜΑΤ), για να συρρικνωθεί ο ελεύθερα προσβάσιμος χώρος του άλσους φτιάχνοντας έναν βρεφονηπιακό σταθμό εντός του για "τον λαό του Αιγάλεω" όπως λέει. Σαν να μην υπάρχουν άλλοι χώροι για να γίνει αυτό. Με βασικό εργαλείο τους σε όλες τις περιπτώσεις το "κοινό καλό", πλασάρουν τις δημόσιες υπηρεσίες τους (ωδείο, βρεφονηπιακό σταθμό, δημοτικό καφενείο) σαν υπηρεσίες για όλες και όλους. Ξεχνάνε βεβαίως να επισημάνουν ότι σε αυτές, πάντα, λίγοι έχουν πρόσβαση, καθώς είναι κατεξοχήν υπηρεσίες φτιαγμένες να αναπαράγουν τους κυρίαρχους διαχωρισμούς και αποκλεισμούς (χρήματος, χρώματος δέρματος, χώρας προέλευσης κλπ).
Στην περίπτωση της βίλας Ζωγράφου, αντί για τους «παραδοσιακούς» τρόπους καταστολής (ΜΑΤ, βίαιες εκκενώσεις κτλ), βγαίνει μπροστά το «κοινωνικό» προσωπείο του Σύριζα. Σε μια απόπειρα να περιθωριοποιηθούν οι καταληψίες, τους καταλογίζεται ότι είναι «μη συνεργάσιμοι» και ότι κρατούν το χώρο «κλειστό» και αποκλείουν τους κατοίκους. Πρόκειται για σκόπιμη διαστρέβλωση των ανοιχτών χαρακτηριστικών του εγχειρήματος που εδώ και 4 χρόνια στεγάζει δομές, όπως μαθήματα αυτομόρφωσης φωτογραφίας, σχεδίου, ξένων γλωσσών κ.ά., διοργανώνει προβολές ταινιών, συμμετέχει στους κοινωνικούς ταξικούς αγώνες στην περιοχή (περίπτωση του Gamato Ζωγράφου) και συμβάλλει μέσα από τις πολιτικές του δράσεις στην ανάδειξη ριζοσπαστικών προταγμάτων, της αντίστασης και της αλληλεγγύης. Η αντιπρόταση περί «ανοιχτού» (ωστόσο επί πληρωμή) ωδείου εκ μέρους της δημοτικής αρχής, επιχειρεί να αποσπάσει την κοινωνική συναίνεση προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την καταστολή των καταλήψεων και κατ’ επέκταση όλων των αγωνιζόμενων κομματιών που αρνούνται να αφομοιωθούν από τους αριστερούς διαχειριστές του κράτους έκτακτης ανάγκης.
Ο Αυτοδιαχειριζόμενος Κοινωνικός Χώρος Βίλα Ζωγράφου, στέκεται έμπρακτα ενάντια στην εμπορευματοποίηση των δημόσιων χώρων, κόντρα στις λογικές της ανάπτυξης που στόχο έχουν πάντα το κέρδος και την επέκταση των περιφράξεων και των αποκλεισμών. Έχοντας αποκτήσει κοινωνικά ριζώματα στην περιοχή και έχοντας συσπειρώσει γύρω του πλήθος κόσμου από τις γύρω γειτονιές έχει δημιουργήσει μια κοινότητα αγώνα εχθρική απέναντι στις διαμεσολαβήσεις, την ανάθεση, τον κοινωνικό έλεγχο, την καπιταλιστική μηχανή. Αυτός είναι και ο λόγος που έχει μπει στο στόχαστρο της τοπικής εξουσίας. Γιατί η εκάστοτε εξουσία γνωρίζει καλά ότι τα αυτοοργανωμένα εγχειρήματα, είναι χώροι πολιτικών διεργασιών ενάντια στο υπάρχον σύστημα εκμετάλλευσης, δύσκολα αφομοιώσιμοι, εχθρικοί σε κάθε λογική «διαχείρισης».
Η επίθεση στη βίλα Ζωγράφου είναι επίθεση στον κόσμο του αγώνα και από τον κόσμο του αγώνα θα λάβει τις κατάλληλες απαντήσεις. Δεν μπορούμε παρά να είμαστε αλληλέγγυοι-ες, σε κάθε ελεύθερο χώρο όπου η εξουσία, το κέρδος και η εκμετάλλευση δεν ρυθμίζουν τις κοινωνικές σχέσεις. Σε κάθε κοινότητα αγώνα που διεκδικεί τον κλεμμένο χώρο και χρόνο στη βάση της αλληλεγγύης, της ισότητας, της συντροφικότητας.
ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΛΑ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΧΕΙΡΗΜΑ
26/6/2015,
Θερσίτης
- Details
- Category: Κείμενα
ΤΑ «ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ» ΔΕΝ ΟΦΕΙΛΟΝΤΑΙ ΣΕ «ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΛΑΘΗ»
Το πρωί της Παρασκευής 8 ΜαΪου, κατά τη διάρκεια συντήρησης σε δεξαμενή των διυλιστηρίων Ασπροπύργου των ΕΛ.ΠΕ. (συμφερόντων Λάτση-Ελληνικού Δημοσίου), προκλήθηκε έκρηξη από την οποία τραυματίστηκαν σοβαρά 6 εργάτες. Τα επόμενα 24ωρα τέσσερις εξ αυτών χάνουν τη ζωή τους (Χαράλαμπος Δευτεραίος, Ραμαντάν Ντελιλάϊ, Αντώνης Αβράμπος και Κώστας Μαγγούρας), ενώ οι άλλοι δύο φέρουν βαριά τραύματα.
Τα μίντια, σε σύμπλευση με τα αφεντικά τους, κάνουν λόγο για «ανθρώπινο λάθος» πριν καν εκδοθεί το πόρισμα από την εταιρία, προετοιμάζοντας το κλίμα, ενώ φροντίζουν να αποσύρουν γρήγορα το θέμα από την επικαιρότητα. Και πράγματι, το πόρισμα των ελ.πε έρχεται να αποδώσει το «ατύχημα» σε «ανθρώπινο λάθος», μια καθημερινή, ανθρώπινη, φυσική συνθήκη.
ΕΙΝΑΙ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ
Αυτό που δεν αναφέρεται φυσικά στο πόρισμα, είναι οι εξευτελιστικές συνθήκες στις οποίες καθημερινά δουλεύουν οι εργαζόμενοι στα ελ.πε, όπως και σε όλες τις αντίστοιχες εταιρίες, τα εξοντωτικά ωράρια, τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα. Εν προκειμένω, για χάρη της κερδοφορίας των αφεντικών, τα έργα γενικής συντήρησης των εγκαταστάσεων (shutdown) επρόκειτο να ολοκληρωθούν, εν μέσω αφόρητων πιέσεων και εντατικοποίησης της εργασίας, σε διάστημα 25 ημέρων, ενώ το σύνηθες της διαδικασίας είναι δύο μήνες.
Μια συνθήκη που γίνεται ακόμα χειρότερη αν αναλογιστεί κανείς πως από τους 3000 εργαζόμενους, οι 800 είναι μόνιμοι και οι υπόλοιποι απασχολούνται υπό την εποπτεία 38 υπεργολάβων. Εργολάβοι που πλουτίζουν προσφέροντας χαμηλά μεροκάματα, αφού οι εργαζόμενοι αμοίβονται ως ωρομίσθιοι, με τα οκτάωρα να φαντάζουν μακρινά πλέον και τη θέση τους να έχουν πάρει τα συνεχή 12ώρα και 14ωρα, χωρίς υπερωρίες και χωρίς ρεπό, από την έναρξη του έργου. Το παζλ ολοκληρώνεται από τις προσλήψεις ανειδίκευτων και ανεκπαίδευτων, ως φθηνό εργατικό δυναμικό που αυξάνουν τον κίνδυνο ενός ατυχήματος.
Ταυτόχρονα, οι πολυεπίπεδοι αυτοί διαχωρισμοί που δημιουργούνται ανάμεσα στους εργάτες (εργάτες-διοικητικοί υπάλληλοι, μόνιμοι-εποχικοί-εργολαβικοί) διαμορφώνουν συνθήκες κατακερματισμού και συγκρουόμενων συμφερόντων, με αποτέλεσμα να είναι πλέον σχεδόν αδύνατο να οργανωθούν από κοινού για τη διεκδίκηση των εργασιακών τους δικαιωμάτων, να επιβάλουν την τήρηση αυστηρών μέτρων ασφαλείας στους εργασιακούς τους χώρους, να πάρουν εκδίκηση για τους δολοφονημένους συναδέλφους τους. Παράλληλα, οι εργατοπατέρες συνδικαλιστές, εξυπηρετούν τα συμφέροντα της εργοδοσίας, λειτουργούν πυροσβεστικά, κουκουλώνοντας τις αιτίες του «ατυχήματος», αποπροσανατολίζουν και κάµπτουν την οργή, συµβάλουν στην ταξική συνεργασία και ειρήνη.
Η κρατική διαχείριση, είτε δεξιά είτε αριστερή, επιδιώκει την εκτόνωση, υπόσχεται αλλαγές και απόδοση ευθυνών. Ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτης Λαφαζάνης χύνει κροκοδείλια δάκρυα, έχοντας μάλιστα το θράσος να καλεί ταυτοχρόνως σε κοινή συμπόρευση κυβέρνηση-διοίκηση ελπε και εργαζόμενους για την διασφάλιση της αξιοπιστίας της λειτουργίας των διυληστηρίων. Οι δικαστές κι οι εισαγγελείς θα βγάλουν πορίσµατα περί «ανθρώπινων λαθών και παραβλέψεων» και θα απαλλάξουν πλήρως ή θα ρίξουν στα µαλακά τους αποκλειστικούς υπαίτιους: τον όµιλο Λάτση, το ελληνικό κράτος, τις εργολαβικές εταιρείες συντήρησης.
Οι δολοφονίες των εργατών, όσο και αν βαφτίζονται από τα αφεντικά και το κράτος ως εργατικά ατυχήματα, δεν είναι ούτε μεμονωμένα περιστατικά, ούτε ατυχή συμβάντα. Είναι η διαρκής καθημερινότητα του κόσμου του κεφαλαίου παγκοσμίως, όπου το ''πέθανα στη δουλειά'', δεν είναι σχήμα λόγου αλλά η κυνική εκμετάλλευση των κορμιών μας που φτάνει ως και το σημείο της φυσικής εξόντωσης. Είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για ακόμη μία εργοδοτική δολοφονία, για ακόμη μία επίθεση στον κόσμο της εργασίας.
Απέναντι στην υποτίμηση των ζωών μας, την ανασφάλεια, τα μεροκάματα του τρόμου και την καπιταλιστική μηχανή του θανάτου, η δική µας δυνατότητα και δύναµη είναι η αυτοοργάνωση, η συλλογική αντίσταση, η αλληλεγγύη. Μόνο μέσα από τους ακηδεμόνευτους συλλογικούς μας αγώνες μπορούμε να δώσουμε μάχη, αδιαπραγμάτευτα και συγκρουσιακά, για όλα αυτά που ονειρευόμαστε, για όλα αυτά που είναι δικά μας.
ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΙΣΘΩΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ, ΚΑΜΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ΜΕ ΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ
ΜΟΤΟΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΤΩΝ ΕΛ.ΠΕ. ΣΤΟΝ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟ
Σάββατο 13/6 - 12:00 Παλατάκι-Χαϊδάρι (λεωφόρος Αθηνών και Καραϊσκάκη)
[Για να κατεβάσετε το κείμενο σε αρχείο μορφής Pdf πατήστε εδώ]
- Details
- Category: Κείμενα
ΣΤΙΣ 8/5/2015 ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΛΑΤΣΗ - ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Τα ΜΜΕ, όπως πάντα, χειραγωγούν, µιλώντας για «τραγικό ατύχηµα» και «διερεύνηση των αιτιών», αποσύροντας όσο πιο γρήγορα το θέµα από τη δηµοσιότητα.
Οι υπουργοί, αριστεροί-κεντρώοι-δεξιοί, όπως πάντα, επιδιώκουν την εκτόνωση, χύνουν κροκοδείλια δάκρυα, υπόσχονται αλλαγές και απόδοση ευθυνών.
Οι δικαστές κι οι εισαγγελείς, όπως πάντα, θα βγάλουν πορίσµατα περί «ανθρώπινων λαθών και παραβλέψεων» και θα απαλλάξουν πλήρως ή θα ρίξουν στα µαλακά τους αποκλειστικούς υπαίτιους: τον όµιλο Λάτση, το ελληνικό κράτος, τις εργολαβικές εταιρείες συντήρησης.
Η δική µας δυνατότητα και δύναµη απέναντι στην καπιταλιστική µηχανή θανάτου είναι η αυτοοργάνωση, η συλλογική αντίσταση, η αλληλεγγύη.
Αναρχικές/οι από τις δυτικές συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά, Ρεσάλτο (Κερατσίνι), κατάληψη Σινιάλο (Αιγάλεω), Θερσίτης (Ίλιον), κατάληψη Αγρός (Πάρκο Τρίτση-Ίλιον)
[Για να κατεβάσετε το φλάιερ σε αρχείο μορφής Pdf πατήστε εδώ]
- Details
- Category: Κείμενα
Με αφορμή την προβολή του ντοκιμαντέρ “Whose is this song?” στις 29/5/2015 στον Θερσίτη
ΠΑΡΑΔΟΣΗ - ΕΘΝΙΚΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ – ΕΘΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Μιλώντας για τον «πολιτισμό της παράδοσης» δύσκολα ξεφεύγεις από έννοιες όπως «πατρίδα» και «ένδοξο παρελθόν». Ανατρέχοντας μάλιστα στο λήμμα «παράδοση» ενός λεξικού και διαβάζοντας τον ορισμό θα δει κανείς τις λέξεις «στοιχεία του παρελθόντος» ή «στοιχεία ενός πολιτισμού». Η «παράδοση» αποτελεί διαχρονικά ένα εργαλείο της εξουσίας για την κατασκευή των εθνικών ταυτοτήτων. Εμπεριέχει και επικαλείται το κοινό βίωμα, την κοινή ιστορική μνήμη, τις συλλογικές αναπαραστάσεις της κοινωνίας εντός ενός γεωγραφικού χώρου, εντός του έθνους-κράτους. Η γλώσσα, η θρησκεία, η ιστορία, οι κοινωνικές «συνήθειες» γύρω από τη μουσική, το χορό, το τραγούδι, την αρχιτεκτονική, τη στέγαση, την ενδυμασία κ.ά. αποτελούν χαρακτηριστικά αυτών των «κοινών βιωμάτων. Στην ιστορία μάλιστα των εθνών-κρατών, η ύπαρξη μιας κοινής και μακροχρόνιας παράδοσης, αποτέλεσε τη βάση για την οικοδόμηση εθνικής –πολιτισμικής- ταυτότητας, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε απαγορεύσεις, διωγμούς και εκκαθαρίσεις των «διαφορετικών» πολιτισμικών ταυτοτήτων.
H συστημική καλλιέργεια της ύπαρξης ενός μοναδικού πολιτισμού -τις περισσότερες φορές ανώτερου- και η κατασκευή της ιστορίας γύρω από αυτή τη μοναδικότητα αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό νομιμοποίησης και επιβολής των εθνών-κρατών: από τα ιστορικά βιβλία του σχολείου ως τις πατριωτικές κορώνες των εκπροσώπων του κράτους και του κεφαλαίου, κατασκευάζονται εθνικές ταυτότητες. Αυτή η κατασκευασμένη και συλλογικά αποθηκευμένη «εμπειρία» που μεταγγίζεται αιώνια από γενιά σε γενιά για την «κοινή καταγωγή και μοίρα», δημιουργεί μία «υποχρέωση» και ένα «βάρος» στους ζώντες στο παρόν να τη «σώσουν» και να τη διαδώσουν στους επόμενους. Η παράδοση, λοιπόν, αποτελεί έναν κατ’ εξοχήν εργαλείο της εξουσίας για την καλλιέργεια των εθνικών ιδεωδών και της εθνικής ενότητας. Ιδιαίτερα μάλιστα σε «ρευστές εποχές», όπου η εξουσία επιδιώκει εντονότερα την αναπαραγωγή της, αλλά και σε εποχές όπου αναζητούνται όλο και πιο επίμονα οι κοινωνικές συναινέσεις των «από κάτω» στις πολιτικές των «από πάνω», η «εθνική ενότητα» είναι ένα από τα αγαπημένα εργαλεία καθυπόταξης, επιβολής και συστράτευσης των κοινωνιών.
Έχει, λοιπόν, ιδιαίτερη σημασία, εν καιρώ συστημικής κρίσης και συνολικότερης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, να διαρρήξουμε την αφήγηση περί εθνικής ενότητας. Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε καθημερινά την ισοπέδωση των ζωών μας. Για την εφαρμογή των «έκτακτων σχεδίων» και για τη διατήρηση της «κοινωνικής ομαλότητας», της «τάξης και ασφάλειας», παράγεται ολοένα και ισχυρότερος εθνικός λόγος. Καλλιεργείται στις κοινωνικές συνειδήσεις πως «όλοι μαζί οι Έλληνες πρέπει να τα καταφέρουμε, να κάνουμε υπομονή» ή τώρα με την αριστεροδεξιά συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πως «οι καλοί έλληνες θα νικήσουν τους κακούς γερμανούς στις διαπραγματεύσεις». Και παράλληλα, πάνω στο εθνικό «εμείς» χτίζεται το απειλητικό «άλλο» -που εμφανίζεται με τη μορφή του μετανάστη, του μουσουλμάνου, του «διαφορετικού»- εμπλουτίζοντας με αυτό τον τρόπο το ρατσιστικό και φασιστικό λόγο και δημιουργώντας κλίμα φόβου. Στην πραγματικότητα, κάτω από την ομπρέλα της εθνικής ενότητας εξισώνονται οι «από πάνω» με τους «από κάτω», οι εκμεταλλευτές με τους εκμεταλλευόμενους στη βάση μιας κοινής μοίρας.
ΠΑΡΑΔΟΣΗ & ΕΛΛΑΔΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Η ποικιλομορφία του ελλαδικού χώρου με μικρότερες και απομακρυσμένες –σε αρκετές περιπτώσεις- κοινότητες, που ανέπτυσσαν δικούς τους τρόπους επικοινωνίας (γλωσσικά ιδιώματα), ήθη, έθιμα, μουσικούς ρυθμούς, ενδυμασίες, αλλά και η γεωγραφική του θέση, τον καθιστούν ένα σταυροδρόμι πολιτισμών, ένα πέρασμα από την ανατολή στη δύση. Αποτέλεσμα αυτής της ιδιαιτερότητας είναι να αναπτυχθεί μία όσμωση ποικίλων πολιτισμικών στοιχείων, «ξένων» προς τους τοπικούς πληθυσμούς της ελλάδας. Αυτή η ιδιαιτερότητα της περιοχής δημιουργούσε μία ρευστότητα της εθνικής ταυτότητας των κατοίκων της. Για παράδειγμα οι κάτοικοι της ανατολικής μακεδονίας ένιωθαν πιο κοντά με τους κατοίκους της βουλγαρίας παρά με αυτούς της Αθήνας.
Οι πληθυσμοί που διέμεναν σε διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου πριν την οριστικοποίηση των εθνικών συνόρων, ήταν ένα ιδιότυπο μείγμα γηγενών και κυρίως προσφύγων (που είχαν φτάσει εκεί κατά τη διάρκεια των βαλκανικών και ρωσοτουρκικών πολέμων, τη «μικρασιατική καταστροφή» κ.ά.). Οι πρόσφυγες αυτοί αντιμετωπίστηκαν με ιδιαίτερη τότε εχθρότητα και ρατσισμό (τους χαρακτήριζαν «τουρκοσπορίτες», «παλιοούτηδες», «βουλγαροθρεμένους», «μογγόλους», «ρωσότουρκους», «παστρικιές» κτλ.) Στις μέρες μας, οι πληθυσμοί αυτοί, όχι μόνο έχουν αφομοιωθεί και «εξελληνιστεί», έχουν παραδόξως γίνει και εθνικά σύμβολα μνήμης, με εορτασμούς, χορούς και τραγούδια, από φορείς και συλλόγους που διαγράφουν σκοπίμως τη βαρβαρότητα που υπέστησαν από το τότε επίσημο ελληνικό κράτος (χιλιάδες πρόσφυγες πέθαναν από κακουχίες και αρρώστιες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, λοιμοκαθαρτήρια και ξερονήσια ενώ πολλοί πληθυσμοί ωθήθηκαν σε εσωτερική μετεγκατάσταση).
Μετά τον τελικό καθορισμό των εθνικών συνόρων, οι εσωτερικοί πληθυσμοί θα ήταν αδιανόητο για το ελληνικό κράτος να μην έχουν μία σχετική συνείδηση ομοιογένειας μεταξύ τους. Και εκεί όπου αυτή δεν υπήρχε, επινοήθηκε χρησιμοποιώντας το αρχαιοελληνικό παρελθόν. Σε αυτή τη λευκή σελίδα καταγράφηκαν όσα εξυπηρετούσαν τους εξουσιαστικούς σκοπούς για την κατασκευή της «ελληνικότητας». Σε πολλές, μάλιστα, περιπτώσεις σβήστηκαν ή αφομοιώθηκαν (βάση των κρατικών πολιτικών για εθνικά καθαρούς χώρους) οι πραγματικές πολιτισμικές διαστάσεις των τοπικών κοινοτήτων. Στην πραγματικότητα όμως, υπήρχαν έκδηλες πολιτισμικές επιρροές από πολλούς άλλους πληθυσμούς που βρίσκονταν εκτός και εντός του ελλαδικού χώρου. Ενδεικτικό π.χ. είναι ότι οι μακεδονίτικοι σκοποί και τραγούδια συνδέονται άμεσα με τους σλαβόφωνους βαλκανικούς πληθυσμούς, ενώ αντίστοιχα, σκοποί και τραγούδια της ηπείρου συνδέονται με αρβανίτες και βλάχους των βαλκανίων, τα μικρασιάτικα με το ευρύτερο ανατολίτικο στοιχείο, τα επτανησιακά με την κουλτούρα και την επιρροή των ενετών κ.ο.κ
Η υποτιθέμενη εθνική σύνδεση κι ομοιογένεια, συνθλίβεται από την αντικειμενική συνθήκη της πολιτιστικής αλληλοεπιρροής ανομοιογενών πληθυσμών που για αιώνες κινούνταν σε κοινούς γεωγραφικούς χώρους. Παρόλα αυτά, για χάρη της εθνικής ομοιογένειας, κοινά έθιμα με τους λοιπούς βαλκανικούς λαούς απαγορεύτηκαν, καταβολές από την συνύπαρξη με τους τούρκους ελληνοποιήθηκαν, ντοπιολαλιές έπαψαν να είναι δόκιμες και εξαφανίστηκαν. Το πλάσμα του νεοελληνικού πολιτισμού καθόρισε εκ νέου τις υπάρξεις μας.
ΜΑΖΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ & ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Στην εποχή του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού, σε μια εποχή όπου οι δημοκρατίες δείχνουν να μην έχουν αδιέξοδα με τη μονιμοποίηση ολοκληρωτικών μοντέλων εξουσίας, σε μια εποχή που τα πάντα πωλούνται και αγοράζονται, σε μια εποχή επικυριαρχίας των αξιών της ατομικότητας και της ιδιοκτησίας, ο βιομηχανικός και αστικός πολιτισμός αποτελεί έναν από τους βασικούς μηχανισμούς κανονικοποίησης των ανθρώπινων συμπεριφορών και διαχείρισης της δημιουργικότητας και του «ελεύθερου χρόνου».
Αυτό που στις μέρες μας ονομάζεται «λαϊκός πολιτισμός» ή «λαϊκή τέχνη», στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο από κατασκευές της βιομηχανίας της μαζικής κουλτούρας που προορίζεται για μαζική κατανάλωση. Ένα φάσμα από ειδικούς του «δημοτικού τραγουδιού», του «δημοτικού χορού» κ.ο.κ. αξιοποιούν και χειραγωγούν με βάση τις επιταγές του (εθνικού) βιομηχανικού πολιτισμού, την δημιουργικότητα και την ανθρώπινη έκφραση. Ο χορός και το τραγούδι, είναι ένα πρόσφορο πεδίο εμπορευματοποίησης και κατανάλωσης με βάση τις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς. Ο παραδοσιακός μάλιστα χορός και το παραδοσιακό τραγούδι, στην εποχή της «ελληνικής» κρίσης, έχει επανέλθει στο προσκήνιο, κυρίως μέσα σε ένα «εναλλακτικό» πλαίσιο που επικαλείται μια ψευδαίσθηση διαφορετικότητας. Στην πραγματικότητα όμως, το πλαίσιο αυτό είναι ένα επικερδές τοπίο για την αγορά και τον κόσμο του θεάματος. Τις περισσότερες μάλιστα φορές στερείται από κριτική στα εθνικά ιδεώδη και καταλήγει να αναπαράγει τον πολιτισμό των κυριαρχικών σχέσεων και του εθνοκρατισμού.
Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Ο πολιτισμός της παράδοσης είναι αξιοθρήνητος όταν αυτός σημαίνει τα τσάμικα στα χουντικά γλέντια, τα πανηγύρια του σύριζα στις παρελάσεις των εθνικών επετείων, το φολκλόρ εμπόρευμα στο μοναστηράκι, την κουλτούρα των πατριαρχικών και ατομιστικών θεαμάτων και διασκεδάσεων, την «αγία οικογένεια», τον στρατό, το σχολείο, τη θρησκεία, τους φασίστες, τους δημάρχους, τους «εθνοτοπικούς πολιτιστικούς συλλόγους».
Η «παραδοσιακή μουσική» και ο «παραδοσιακός χορός», δεν μπορούν να νοηθούν έξω από τις ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που αναπτύχθηκαν ούτε φυσικά και έξω από την καθημερινότητα των κοινοτήτων από όπου πήγασαν. Για εμάς δεν υπάρχει ούτε «αιώνιο» ούτε «ιερό παρελθόν». Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το εδώ και τώρα, όπου μπορούμε να επικοινωνήσουμε, να αλληλεπιδράσουμε και να δημιουργήσουμε τον πολιτισμό του αγώνα και της ελευθερίας, προσθέτοντας τα δικά μας στοιχεία, αναζητώντας τη μουσική και το χορό, συμπεριλαμβάνοντας τη συσσωρευμένη κοινωνική εμπειρία και τις παρακαταθήκες των συλλογικών αγώνων. Απέναντι στα προβλήματα της καθημερινότητας, η συλλογικοποίηση πάνω στη βάση της ισότητας και της αλληλεγγύης είναι η απάντηση στην εσωτερίκευση και τις λογικές εξατομίκευσης. Χωρίς διδαχές και εξιδανικεύσεις, μακριά από κρατικούς και εναλλακτικούς φορείς, ενάντια σε φυλετικούς, ταξικούς και έμφυλους διαχωρισμούς, στήνουμε τις δικές μας κοινότητες για τις δικές μας ανάγκες και επιθυμίες. Αυτοοργανωμένα, αντιιεραχικά και αδιαμεσολάβητα.
ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ “WHOSE IS THIS SONG?”
Με αφορμή ένα κοινό μουσικό σκοπό σε Ελλάδα, Τουρκία, Μακεδονία, Αλβανία, Βοσνία, Σερβία και Βουλγαρία, η Adela Peeva, κινηματογραφική και τηλεοπτική παραγωγός από τη Βουλγαρία, ξεκινά ένα οδοιπορικό ταξίδι στις χώρες αυτές. Σκοπός του ταξιδιού της, η αναζήτηση της «καταγωγής» του τραγουδιού που στην ελληνική εκδοχή ονομάζεται «Από ξένο τόπο». Στη διαδρομή της συναντά διαφορετικές κατά περιοχή προσλήψεις για την εθνικότητά του. Αυτές απορρέουν από το κατά περιοχή διαφορετικό πολιτισμικό και εθνοτικό βίωμα που έχουν οι άνθρωποι που συναντά και απευθύνεται. Όλοι τους σχεδόν υπερασπίζονται απόλυτα και ένθερμα την αποκλειστικότητα της εθνικής καταγωγής του τραγουδιού στις χώρες τους. Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις, προκύπτουν διαμάχες μεταξύ της Adela και των ντόπιων, όταν η τελευταία με βάση την περιπλάνησή της αναφέρει ότι είναι αμφιλεγόμενη η εθνική ταυτότητα του τραγουδιού.
Στο ντοκιμαντέρ αναδεικνύονται όχι μόνο οι αντικρουόμενες απόψεις επί της εθνικής «ιδιοκτησίας» του τραγουδιού αλλά οι συνολικότερα εθνικοί διαχωρισμοί και αντιπαλότητες, μεταξύ ανθρώπων που ζουν σε κοινές ή κοντινές γεωγραφικές περιοχές. Η θρησκεία, η ιστορία, η γλώσσα, η «πολιτισμική κληρονομιά», η αρχαιολατρία, τα μυθικά και ηρωικά πρόσωπα, οι κοινές αναμνήσεις, οι προβαλλόμενες «λαϊκές αρετές», οι εθνικοί επέτειοι, οι πάσης φύσεως τελετές κ.ά, αποτελούν παράγοντες δόμησης και όξυνσης των εθνικών αντιπαλοτήτων που κατά καιρούς έχουν οδηγήσει και σε εθνικισμούς, πολέμους και άλλες διαμάχες. Αυτό που τελικά γίνεται επίδικο του ντοκιμαντέρ, δεν είναι η εύρεση της μίας και μοναδικής καταγωγής του τραγουδιού αλλά οι λόγοι για τους οποίους έρχονται σε σύγκρουση και διαμάχη οι πληθυσμοί στην ευρύτερη περιοχή των βαλκανίων και της μεσογείου. Ο «λαϊκός πολιτισμός», το «παραδοσιακό τραγούδι» και ο «παραδοσιακός χορός», έχουν αναδειχθεί κατά καιρούς σε ένα εργαλείο (μεταξύ άλλων) των εθνών-κρατών για την παραγωγή και αναπαραγωγή των εθνικών ταυτοτήτων, αφού αποτελούν στοιχεία της καθημερινότητας των υπηκόων. Στην πραγματικότητα όμως, η πολυσημία του τραγουδιού και η επιβίωσή του σε ένα ψηφιδωτό πολιτισμικών ταυτοτήτων και κοινοτήτων της περιοχής, ακυρώνει την ίδια την εθνική εργαλειοποίησή του.
Μάϊος 2015,
Αυτοοργανωμένη Ομάδα Παραδοσιακών Χορών του Θερσίτη
[Για να κατεβάσετε το κείμενο σε αρχείο μορφής Pdf πατήστε εδώ: Μικρή Ανάλυση, Μεγάλη Ανάλυση]
[2 ημέρες με την Αυτοοργανωμένη Ομάδα Παραδοσιακών Χορών του Θερσίτη 29-30 Μαΐου 2015]
- Να τελειώνουμε με τις φυλακές και τους ανθρωποφύλακες κάθε είδους (Μάρτης 2015)
- Για το κάτεργο Gamato και τον σύγχρονο εργασιακό μεσαίωνα υπό αριστερή διαχείριση (Φλεβάρης 2015)
- Αντιεκλογικό κείμενο από τον Θερσίτη και τον Αγρό (Γενάρης 2015)
- Κείμενο του Θερσίτη για τον 5ο χρόνο αυτοοργανωμένων μαθημάτων (2014-2015)