Δήλωση ολικής άρνησης στράτευσης από τον Βαγγέλη Τ.

 

 

Το πρωινό τηλεφώνημα εκείνης της Κυριακής αντήχησε στα αυτιά μου σαν φάρσα. «Ήρθε το χαρτί κατάταξής σας στο στρατό, να περάσετε από το αστυνομικό τμήμα να το παραλάβετε». Το ελληνικό κράτος, όμως, δεν αστειεύεται. Ιδίως μέσα σε συνθήκες οριακές για τη συγκρότησή του ως μηχανισμού διαμεσολάβησης και νομής της εξουσίας. Ο στρατός αποτελεί ένα από τα τελευταία αποκούμπια του, ένα από τα τελευταία ιδεολογικά εδάφη μέσα από τα οποία επιδιώκει να οριοθετεί και να ελέγχει εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που χαρακτηρίζεται για τη ρευστότητα του -τη νεολαία-, είναι ίσως η τελευταία ιδεολογική μηχανή που έχει παραμείνει συγκροτημένη ως τέτοια και συνεχίζει να ξερνάει μίσος, διαχωρισμούς, ψευδαισθήσεις και υποχρεώσεις.


Η όλη συζήτηση γύρω από την αύξηση της στρατιωτικής θητείας έρχεται να επικυρώσει μία σημαντική λειτουργία του στρατού σε καιρούς οικονομικής και πολιτικής κρίσης. Αυτή του στρατοπέδου συγκέντρωσης των άνεργων νεολαίων, των νεολαίων οι οποίοι πρέπει να παραμείνουν αποστειρωμένοι από τις κοινωνικές διεργασίες, που η ψυχολογία και ο χαρακτήρας τους δεν πρέπει να διαμορφωθούν μέσα σε ένα πλαίσιο λεηλασίας των ζωών τους, απουσίας ονείρων και τεμάχισης των επιθυμιών. Κάποιοι χιλιάδες να τριγυρνούν στους δρόμους της πόλης χωρίς-να-έχουν-στον-ήλιο-μοίρα, με τις προϋποθέσεις σφυρηλάτησης μίας κουλτούρας που θα εμφορείται από την αναγνώριση (και την άρνηση ταυτόχρονα) της ταξικής διαστρωμάτωσης της κοινωνίας, είναι η απαρχή ενός εφιάλτη για τα αφεντικά. Ενός εφιάλτη όπου οι αριθμοί μητρώου του ΟΑΕΔ και οι στατιστικές μπορούν να μετατραπούν σε ζωντανά υποκείμενα ικανά για την έφοδο στον ουρανό.

Μου έχουνε πει όλα αυτά τα χρόνια για την αγάπη για την πατρίδα. Αλλά αποφεύγουν να μου πουν ότι αυτό προϋποθέτει το μίσος για ότι δεν είναι δικιά μου πατρίδα. Εκεί που μου δείχνουν τα σύνορα που πρέπει να φυλάξω βλέπω ματωμένες χαρακιές πάνω στο σώμα του πλανήτη, από τις σάρκες εξαθλιωμένων ανθρώπων που αναζητούν σαν τελευταίο καταφύγιο επιβίωσης τον «δυτικό παράδεισο». Οι έμποροι ναρκωτικών, οι νταβατζήδες, οι μαφίες κάθε λογής έχουν πιο σίγουρες διαδρομές -κρατικά εξασφαλισμένες. Μου θυμίζουν ότι ο στρατός είναι ένα σχολείο για τη ζωή. Και αλλάζουν κουβέντα όταν τους υπενθυμίζω ότι και για τη φυλακή κάτι παρόμοιο λένε ότι είναι. Αλλά εκεί κανένας γονιός δεν είναι πρόθυμος να στείλει τα παιδιά του. Μου λένε με σιγουριά ότι ο ελληνικός στρατός δεν είναι σε εμπόλεμη κατάσταση. Αλλά δεν μου εξηγούν πως ερμηνεύουν όλοι αυτοί την αύξηση των -φανερών- κονδυλίων των στρατιωτικών προϋπολογισμών. Δεν μου εξηγούν τι κάνουν τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα στο Κόσσοβο, στο Αφγανιστάν, στο Σουδάν, στη Σομαλία. Με περηφάνια μου λένε ότι ο ελληνικός στρατός εκσυγχρονίστηκε. Έχει και γυναίκες στις τάξεις του. Αλλά συνεχίζει να είναι ο τόπος όπου γίνεσαι πραγματικά άντρας. Είναι τα ίδια περήφανα λόγια του πατέρα προς τον γιο, για δεύτερη φορά. Την πρώτη ήταν για την επίσκεψη στο μπουρδέλο της γειτονιάς. Είναι απόλυτοι ότι η πατρίδα αγαπάει και σέβεται τα παιδιά της. Γι' αυτό και όταν το απαιτήσουν οι περιστάσεις θα τα στείλει στην πρώτη γραμμή να πυροβολήσουν αυτόν που βρίσκεται στην απέναντι μεριά, γιατί έχει διαφορετικό χρώμα, διαφορετική θρησκεία, διαφορετική σημαία πάνω από το κεφάλι του. Και στα μετόπισθεν σε έχει εξασφαλισμένο. Είναι τότε που μία από αυτές τις φιγούρες που σέρνονται στους δρόμους της πόλης, όταν θα σταθεί να ξαποστάσει κάτω από τον ανδριάντα ή την πλάκα που θα έχουν σηκώσει «προς τιμή σου», θα αναρωτηθεί ποιος είναι περισσότερο εξαρτημένος και ντοπαρισμένος, αυτός ή εσύ; Ο ένας από άσπρη σκόνη, ο άλλος από εθνικά ιδεώδη. Με πανικό μου λένε ότι αν δεν πολεμήσουμε θα μας πάρουν τη χώρα οι Τούρκοι. Λησμονώντας ότι το ελληνικό κράτος ξεδιπλώνει μία συγυρισμένη επιθετική επεκτατική πολιτική τα τελευταία χρόνια σε αυτή τη γωνιά των Βαλκανίων. Αγνοώντας ότι πλάι στους αρνητές στράτευσης από αυτή τη μεριά του Αιγαίου, υπάρχουν άλλοι τόσοι συνοδοιπόροι που το παλεύουν στον τόπο όπου έχουν γεννηθεί, από την απέναντι μεριά του Αιγαίου. Απηυδισμένοι στο τέλος καταλήγουν ότι με όσα λέω παραπάνω έχουν χαθεί τα ιδεώδη και τα ιδανικά μου. Δεν ήμουν ποτέ πιο σίγουρος. Τα ιδανικά του μιλιταρισμού και του ρατσισμού, της υποταγής στις διαταγές των ανωτέρων απλά-επειδή-είναι-ανώτεροι, της πειθαρχίας στη βάση μίας αφηρημένης σκληραγώγησης, της ομοιομορφίας, της εθνικής ενότητας εν τέλει, τα έχω αφήσει εκεί πίσω, όταν έκλεισα τα υπέροχα διδακτικά βιβλία του λυκείου.

Δεν σκοπεύω να αφήσω την καθημερινότητά μου για να εσωκλειστώ σε ένα στρατόπεδο. Αυτή την καθημερινότητα με τις γύρες σε σοκάκια της πόλης ποτισμένα με αναμνήσεις, αγκαλιά και πλάι πλάι με ανθρώπους που κοιτώντας τους στα μάτια βλέπεις τον σεβασμό, την έγνοια, την αλληλεγγύη. Δεν σκοπεύω να αφήσω συναισθήματα για να εσωκλειστώ σε ένα στρατόπεδο. Οι χαρές και οι λύπες, το γέλιο και το κλάμα, η ικανοποίηση, η περιέργεια, η αμφισβήτηση -και η εξωτερίκευσή τους- ξέρω ότι δεν έχουν θέση στην ομοιομορφία των χακί στολών. Δεν σκοπεύω να αφήσω τους φίλους και τους συντρόφους μου για να εσωκλειστώ σε ένα στρατόπεδο. Αυτούς τους φίλους και συντρόφους που σπάμε τα κεφάλια μας κάθε μέρα, στα αυτοοργανωμένα εγχειρήματα, στις συλλογικότητες και στις λαϊκές συνελεύσεις για να χαράξουμε διαδρομές ενάντια σε αυτόν τον παρηκμασμένο κόσμο. Έχουμε κουραστεί με τις άνω τελείες. Θέλουμε να μπει, απλά, μία τελεία.

Χρόνος, λοιπόν, δεν υπάρχει για να ασχοληθώ άλλο με την «υποχρέωση στράτευσης». Η κοινωνική επανάσταση καρτερεί να βρούμε τα βήματα που θα μας οδηγήσουν όσο γίνεται πιο σύντομα κοντά της. Ως εκ τούτου θα είμαι με συνέπεια απών από οποιαδήποτε κλήση κατάταξης στον ελληνικό στρατό. Και αυτόν τον Μάρτη και κάθε φορά που το πρόσωπο της εξουσίας θα στέκεται στο κατώφλι της πόρτας απαιτώντας τη συμμόρφωσή μου.

Ούτε για μία ώρα, ούτε για ένα λεπτό, λοιπόν.


Βαγγέλης Τ., Μάρτιος 2012, Αθήνα

 

 

Κατεβάστε τη δήλωση σε αρχείο pdf πατώντας εδώ.

 

Για κάτι "παλιές" αστυνομικές συνταγές ιδεολογικού πολέμου και καταστολής

 

 

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ/ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ...για τις κρατικές μεθοδεύσεις και την στοχοποίηση 3 συντρόφων μας για τα γεγονότα της 5ης Μάη 2010 και δρομολόγηση κινήσεων αλληλεγγύης... Τρίτη 27/3 18:00, Πολυτεχνείο (κτ. Γκίνη)

 

Παρέμβαση ενάντια σε κράτος-αφεντικά-φασίστες σε Πέραμα-Κερατσίνι

 

 

Το Σάββατο 24 Μαρτίου στις 11:00 το πρωί πραγματοποιήθηκε παρέμβαση, με μοίρασμα κειμένων και ανάρτηση πανό, ενάντια σε κράτος-αφεντικά-φασίστες στο τέρμα του Περάματος (στα καραβάκια για Σαλαμίνα) από περίπου 100 άτομα. Γύρω στις 11:30 μια ομάδα 30 περίπου συντρόφων και συντροφισσών απομακρύνθηκε από σημείο και προχώρησε σε μοίρασμα κειμένων μέσα σε κεντρικούς δρόμους του Περάματος ενώ μετά από μια ώρα που επιστρέψανε αποχωρήσαμε.
Στη συνέχεια περίπου 60 άτομα που βρισκόμασταν στην παρέμβαση στο Πέραμα κατευθυνθήκαμε προς Κερατσίνι όπου πραγματοποιήθηκε μαζικό μοίρασμα κειμένων από την πλατεία Λαού έως την πλατεία δημαρχείου. 
Κατά την διάρκεια των παρεμβάσεων στις δύο περιοχές μοιράστηκαν 2500 κείμενα ενώ ταυτόχρονα πετάχτηκαν και αρκετές χιλιάδες τρικάκια.

Το κείμενο που μοιραζόταν κατά την διάρκεια των παρεμβάσεων συνυπογράφουν 10 συλλογικότητες-στέκια-καταλήψεις-χώροι.

 

Κατεβάστε το κείμενο σε μορφή pdf εδώ


 

 

 

 

 

[ αναδημοσίευση από το blog του DeStato (Συνέλευση Περάματος για την αλληλεγγύη και τη δράση) ]

Αρνήσου τον στρατό στην καθημερινή ζωή...

 

Πρωινό Πέμπτης 22 Μάρτη. Η κεντρική πλατεία Ιλίου έχει μετατραπεί σε ένα ανοιχτό εργοτάξιο. Οι θεατές των έργων «καλλωπισμού» της πλατείας σκοτώνουν την ώρα τους βλέποντας τις μηχανές του γκαζόν να  πηγαίνουν  πάνω – κάτω. Παραδίπλα, ένα ανοιχτό βαν ξεφορτώνει τα υλικά που θα δώσουν χρώμα στην «εθνική εορτή». Δύο τενεκέδες με κίτρινη μπογιά για τα πεζοδρόμια όπου θα περάσει η παρέλαση, ένα σακί με γαλάζια σημαιάκια δεμένα μεταξύ τους σε γιρλάντα και πολλά γλαστράκια για μεταφύτευση στα παρτέρια της πλατείας. Ένας «στρατός» από εργαζόμενους του δήμου Ιλίου «έχουν πάρει εντολές» να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να καθαρίσουν και να στολίσουν τον «δημόσιο χώρο» για την ημέρα της «εθνικής επετείου». Μια «στρατιά» από ανέργους όλων των ηλικιών, τους παρακολουθεί βουβά και αφοσιωμένα. Ένα πλήθος που τελευταία πλημμυρίζει τα καφενεία και τις πλατείες σε μια προσπάθεια απεγκλωβισμού από τον εγκλεισμό της ματαιοδοξίας και της απελπισίας. Ξάφνου, ένα βουητό από τυμπανοκρουσίες ακούγεται στον ορίζοντα. Ο ρυθμός ενός εμβατηρίου γίνεται σιγά-σιγά όλο και πιο καθαρός.  Τα κεφάλια όλων κουνιούνται δεξιά κι αριστερά μήπως κι εντοπιστεί η πομπή. Είναι βέβαιο πως κάπου εκεί τριγύρω υπάρχει βηματισμός. Δυο σφυρίχτρες προσαρμόζονται στον ρυθμό. Όχι, δεν κατέβηκε ο στρατός στους δρόμους. Δεν χρειάζεται να κατέβει ο  στρατός στους δρόμους για να υπάρξουν εμβατήρια, στοιχίσεις και βηματισμοί. Η εντολή είναι ξεκάθαρη, ένα δύο, εν-δυο και ξανά από την αρχή, ένα δύο, έν-δυο,  ένα στ’ αριστερό. Στην αυλή παρακείμενου σχολείου, δυο γυμναστές πασχίζουν να πετύχουν και να μεταδώσουν στις γραμμές... ορθή ανάταση χειρός και σωστό χτύπημα ποδιού. Είναι οι επιταγές ενός στρατού που οι από πάνω θέλουν να ριζώσει μέσα μας και να αναπαράγεται διαρκώς. Από την άλλη πλευρά του σχολείου, δυο ένστολοι, έχοντας κατέβει από τις μηχανές τους κι έχοντας βγάλει τα κράνη τους, στηρίζονται στα δίμετρα κάγκελα της αυλής και παρακολουθούν -μάλλον ικανοποιημένοι- το εξελισσόμενο θέαμα. Τα μαύρα «φουλ-φέις» που φορούν, δεν σου επιτρέπουν να καταλάβεις αν η ικανοποίηση μετεξελίσσεται σε αίσθημα «περηφάνιας» και «τιμής». Λίγα λεπτά αργότερα, ανεβαίνουν στις μηχανές όπου τους περιμένουν οι άλλοι δυο της «ομάδας» κι αφού πατήσουν επιδεικτικά την σειρήνα και μαρσάρουν, ξεκινούν για τον επόμενο έλεγχο, για το επόμενο μπλόκο, για τον επόμενο αστυνομικό στρατώνα, για την επόμενη παρέλαση…

 

 

Μικρή συμβολή ενάντια στον θεσμό της παρέλασης

 

 

Κείμενο από την Πρωτοβουλία για την Ολική Άρνηση Στράτευσης:


 

ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ ΑΝΘΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΔΟΦΡΑΓΜΑΤΑ

ΔΕΝ ΣΤΟΙΧΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

 

Σαν θα ’ρθει η ώρα της πορείας

Πολλοί δεν ξέρουν

Πως επικεφαλής βαδίζει ο εχθρός τους

Η φωνή που διαταγές τους δίνει

Είναι του εχθρού τους η φωνή

Εκείνος που για τον εχθρό μιλάει

Είναι ο ίδιος τους ο εχθρός

Μπ. Μπρεχτ – «Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου»

 

Από την περίοδο της δικτατορίας του λάτρη του ναζιστικού κράτους Ιωάννη Μεταξά (1936-1941), οι παρελάσεις θεσπίζονται ως επίσημες εκδηλώσεις του ελληνικού κράτους και οι μέρες διεξαγωγής τους ανακηρύσσονται "μέρες εθνικής μνήμης και συστράτευσης". Από την εποχή εκείνη έως και σήμερα, ο θεσμός των παρελάσεων ενεργοποιείται ως ένα συνεχές και αναπόσπαστο ορόσημο της πιο χυδαίας εξουσιαστικής προπαγάνδας: της "εθνικής υπερηφάνειας" και της "εθνικής ενότητας". Δεν είναι καθόλου τυχαίο που στο σύνολο των μοντέλων διακυβέρνησης που δοκιμάστηκαν από την εποχή του Μεταξά έως σήμερα (στρατιωτικές χούντες, βασιλευόμενη και κοινοβουλευτική δημοκρατία, δημοκρατικά καθεστώτα έκτακτης ανάγκης), οι παρελάσεις παραμένουν αναλλοίωτο κομμάτι της λειτουργίας του ελληνικού κράτους και των μηχανισμών του.

 

Η "εθνική ανάταση" συνίσταται στην πιο κατάφορη παραχάραξη της ιστορίας, προσαρμοσμένη στα μέτρα και τα σταθμά της εγχώριας αστικής τάξης. Είναι αυτή η παραχάραξη που μεταλλάσει τις κοινωνικές και ταξικές συγκρούσεις σε μία φαντασιόπληκτη εθνική υπόθεση. Η κοινωνική εξέγερση των απανταχού πληβείων (βλάχοι, ρουμελιώτες, αρβανίτες, φτωχοί τούρκοι, μωραΐτες, χριστιανοί, μουσουλμάνοι και πολλοί άλλοι, οι οποίοι συντονίστηκαν από κοινού δίχως να θεωρούν ότι συνέχονται από κάποια εθνική υπόσταση) το 1821 ενάντια στην τυρρανία της οθωμανικής αυτοκρατορίας μετατρέπεται σε «εθνικό πεπρωμένο» της τότε ανερχόμενης ελληνικής αστικής τάξης, της επίσημης εκκλησίας και των κοτζαμπάσηδων, όλων αυτών δηλαδή που σε αγαστή συνεργασία με την οθωμανική διοίκηση αποτελούσαν τους μεγαλύτερους δυνάστες των κατά τόπους πληθυσμών. Μέσω αυτής της παραχάραξης, ο αντιφασιστικός αγώνας του ‘40 και της κατοχής, διεξαγόμενος κυρίως από τα χαμηλότερα ταξικά στρώματα της εποχής (ανάμεσά τους και οι τότε απόκληροι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας που αντιμετωπίζονταν ως «παράσιτα» από τους «καθαρούς έλληνες» της ενδοχώρας), μετατρέπεται σε "εθνική αντίσταση όλου του ελληνισμού", παρά την εξόφθαλμη και συνειδητή συνεργασία -ή στις καλύτερες περιπτώσεις την προκλητική απραγία και βολική εξορία- του εγχώριου οικονομικού, στρατιωτικού και πολιτικού κατεστημένου και των ακολουθητών τους με τις κατοχικές δυνάμεις.

 

Η ενεργοποίηση της "εθνικής μνήμης", λοιπόν, δεν αποσκοπεί στο να φωτιστεί η ιστορία αλλά στο να ριχτεί σκοτάδι σε μία επικίνδυνη αλήθεια (και στην συνέχεια να επιστραφεί πλήρως ανεστραμμένη). Ότι ο σκληρός πυρήνας του έθνους (αστική τάξη, πολιτική ηγεσία, εκκλησία, στρατός, παρακρατικές και φασιστικές οργανώσεις) σε κάθε περίοδο "επανάστασης" ή "ομαλότητας" αποτελούσε τον μεγαλύτερο και τον πιο αδυσώπητο εχθρό των κοινωνιών. Είναι ο ίδιος πυρήνας που σήμερα επιχειρεί να μας πείσει πως η σφοδρή καπιταλιστική επίθεση ενάντια στους «από κάτω» είναι μια “εθνική υπόθεση”. Το κράτος, δλδ η πολιτική οργάνωση του έθνους, δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να υποστηλώνει, να οργανώνει ή να πρωτοστατεί στην λεηλασία των τελευταίων ετών. Η «ελλάδα που χτυπιέται» από τους «ξένους», η «εθνική» διάσταση της κρίσης, όπως και η «πανεθνική συστράτευση» που επικαλούνται από τα εξουσιαστικά έδρανα οι δυνάστες των ζωών μας, δεν είναι παρά ο μανδύας που επιχειρεί να αποκρύψει το αυτονόητο. Ότι όχι απλά δεν χτυπιούνται «όλοι οι έλληνες» από την κρίση αλλά ότι είναι η ίδια η μήτρα του έθνους που ευνοείται από την κατά τα άλλα «εθνική συμφορά». Ότι αν κινδυνεύουμε από κάτι, αυτό δεν είναι μόνο τα «ξένα» διευθυντήρια, τα «ξένα» κεφάλαια και οι «ξένοι» πολιτικοί, αλλά και η ίδια η ελληνική εκδοχή όλων αυτών. Ότι τελικά, η "εθνική υπόθεση" δεν είναι τίποτα περισσότερο από υπόθεση των εξουσιαστών για την πολυπόθητη κοινωνική ομαλότητα -ακόμα και σε καιρούς άγριας καπιταλιστικής λεηλασίας και βαρβαρότητας- ενάντια στους σύγχρονους πληβείους. Ότι τελικά, οι τόνοι κυριαρχικής προπαγάνδας για "εθνική ομοψυχία" δεν είναι παρά η επιδιωκόμενη σιωπή των "από κάτω" στις προσταγές των "από πάνω", στο όνομα του έθνους. Ενός "έθνους" που έρχεται εκ νέου στο προσκήνιο ως συγκολλητική ουσία για να ενώσει τους καταπιεστές με τους καταπιεζόμενους, τους εργάτες με τα αφεντικά τους, τους μαθητές με τους καθηγητές τους, τους φυλακισμένους με τους δεσμοφύλακές τους, τους διαδηλωτές με τους πραιτοριανούς του καθεστώτος.

 

Ο ελληνικός στρατός από καταβολής του δημιουργήθηκε για να προστατεύει τα συμφέροντα της αστικής τάξης από κάθε πραγματικό ή κατασκευασμένο εχθρό, είτε εσωτερικό είτε εξωτερικό. Ο ρόλος του στην κρίση δεν πρόκειται να αλλάξει. Ως καπιταλιστικό και κρατικό όπλο θα ανασύρεται από τη φαρέτρα ανάλογα με τις εκάστοτε επιδιώξεις. Η συμμετοχή του ελληνικού στρατού στις πρόσφατες πολεμικές επεμβάσεις των δυτικών κρατών στη Λιβύη προς χάρην των γεωπολιτικών τους σχεδιασμών (την ίδια στιγμή που το «έθνος» περνάει δύσκολες εποχές στο εσωτερικό) κάνουν πρόδηλη την πολυεπίπεδη λειτουργία και ενεργητικότητα του μηχανισμού. Συγχρόνως, πρόκειται για το βασικότερο εργαλείο όχι μόνο των πολεμικών επιχειρήσεων ανά τον κόσμο (πάντοτε στις υπηρεσίες των καπιταλιστικών και κρατικών ορέξεων) αλλά και εσωτερικής καταστολής, διαχείρισης πολιτικών/πολιτειακών κρίσεων, απεργοσπαστικής δύναμης, κοινωνικού εκφοβισμού και τρομοκρατίας. Η ιδεολογική του βάση, ως αναμφισβήτητη ενσάρκωση του έθνους και ουδέτερο εργαλείο «όλων των ελλήνων», είναι αυτή που του παρέχει και την εκάστοτε κοινωνική αποδοχή.

 

Οι παρελάσεις -μεταξύ άλλων- αποτελούν μία σημαντική αιχμή της ιδεολογικής αναπαραγωγής του μηχανισμού του στρατού και όσων αυτός πρεσβεύει. Στις εθνικές επετείους, οι μιλιταριστικές αξίες και πρακτικές βγαίνουν από τα στρατόπεδα και διαχέονται σε ολόκληρο τον κοινωνικό ιστό. Από τα κέντρα των πόλεων και τις γειτονιές μέχρι και τα χωριά, στρατιώτες και μαθητές -με τους τελευταίους να υποχρεώνονται με ανυποχώρητη εμμονή σε συμμετοχή στην εθνική φιέστα- εκπαιδεύονται, στοιχίζονται και βηματίζουν με περίσσεια «ελληνική περηφάνια» σε μια τελετή που αναδεικνύει την πιο στομφώδη εκδοχή της ιεραρχίας και την πλήρη υποταγή σε κάτι "ανώτερο" (χειροπιαστό ή φαντασιακό), ακόμα και όταν αυτό είναι ό,τι πιο δολοφονικό έχει επιδείξει η ανθρώπινη ιστορία. Μία τελετή που υμνεί τον σεβασμό στην άρχουσα τάξη και την κρατική δομή, παράγει εθνοτικούς διαχωρισμούς και εν τέλει το μίσος για τον Άλλο, πριμοδοτεί την σιωπή, την παθητικότητα, την ανάθεση των ζωών μας σε άλλα χέρια. Μία τελετή όπου διασταυρώνονται σε συμβολικό επίπεδο δύο διακριτές κατά τα άλλα μεταξύ τους έννοιες: αυτή του φαντάρου και αυτή του πολίτη (που αμφότερες μηχανοποιούν με τον τρόπο τους την ανθρώπινη ύπαρξη). Μία τομή που ανέκαθεν αποτελούσε διακαή πόθο για κάθε εξουσία.

 

Η όξυνση του κοινωνικού/ταξικού ανταγωνισμού στις μέρες μας έχει απαξιώσει πλήρως το πολιτικό σύστημα, με την κοινωνική ανυπακοή να αμφισβητεί ολοένα και περισσότερες πτυχές και δομές της εξουσίας. Οι παρελάσεις δεν έχουν διαφύγει της προσοχής των «από κάτω». Από τη στιγμή που οι παρελάσεις αποτελούν ένα ανοιχτό σημείο αναφοράς για όλες τις συνιστώσες του συστήματος, η κοινωνική οργή δεν θα μπορούσε να μην στρέψει το βλέμμα της σε ένα τέτοιο πεδίο. Ωστόσο, όσο θολές παραμένουν οι νοηματοδοτήσεις και τα περιεχόμενα που δίνουν οι καταπιεσμένοι στις παρεμβάσεις που πραγματώνουν σε ημέρες εθνικών επετείων, τόσο πιο έκδηλη γίνεται η κοινωνική σύγχυση που εκπέμπεται τις ημέρες αυτές. Από τις «παρελάσεις του λαού» με αυτοσχέδια μπλοκ διαδηλωτών να διαβαίνουν «περήφανα» τον δρόμο της παρέλασης πίσω από τους στρατιωτικούς ή μαθητικούς σχηματισμούς, μέχρι τα ανάποδα βλέμματα ή τις χειρονομίες -μέσα από τις γραμμές της παρέλασης- που στρέφονται μόνο προς τους πολιτικούς (!), αυτό που μένει στο απυρόβλητο από τις διάφορες "παρελάσεις της αντίστασης" είναι όλο το μιλιταριστικό πρωτόκολλο και οι υπόλοιπες συνιστώσες της εξουσίας (όπως οι ρασοφόροι και μη επιχειρηματίες, οι πραίτορες της αστυνομίας ή οι στρατοκράτες που καμαρώνουν τα νυν και τα μελλοντικά αναλώσιμα πιόνια των προσμενόμενων χαρακωμάτων τους).

 

Ταυτόχρονα, οι κάθε είδους εθνικισμοί βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να διαχύσουν το δηλητήριό τους και να αφομοιώσουν ή να καρπωθούν την διάχυτη δυσαρέσκεια. Από τα εμετικά συνθήματα της μισαλλοδοξίας, του ρατσισμού και του μισανθρωπισμού των ειδικών δυνάμεων του ελληνικού στρατού, μέχρι τις κάθε λογής εθνικιστικές και πατριωτικές κορώνες περί «προδοσίας» του έθνους, περί «καθαρής και περήφανης φυλής» και αλύτρωτων πατρίδων. Οι ίδιες δηλαδή φωνές που απαξιώνουν ή σαμποτάρουν τους κοινωνικοταξικούς αγώνες σε μνημειώδη σύμπλευση με τους «προδότες πολιτικούς και τα ΜΜΕ».

 

Η ιδεολογική αποδοχή του στρατού από ένα κομμάτι της κοινωνίας σε συνδυασμό με τον εύπλαστο και εύκολα οικειοποιήσιμο εθνικοκεντρικό λόγο παράγουν είτε αντιδραστικές ενέργειες για χάρη μίας άλλης εξουσιαστικής αντίληψης (από τους κάθε είδους πατριώτες και τα κάθε χροιάς φασιστοειδή), είτε αμφιλεγόμενες αρνήσεις της εξουσίας που ενώ ορθώς στοχεύουν ενάντια στο πολιτικό σύστημα «ξεχνούν» να συμπεριλάβουν και τη δομή που το υποστηλώνει, τον ελληνικό στρατό μαζί με τις αξίες του.

 

Οι παρελάσεις είναι γιορτές του φασισμού και του μιλιταρισμού και όχι του «λαού». Πρόκειται για έναν θεσμό που συνολικά στέκεται ενάντια στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, ενάντια στην κοινωνική χειραφέτηση και την αλληλεγγύη και ενάντια στους «από κάτω». Οι παρελάσεις δεν χωράνε στη ζωή μας, δεν οικειοποιούνται και δεν «αποκαθιστώνται». Ο προορισμός τους οφείλει να είναι ο ίδιος με ό,τι μας κατατρώει, ό,τι μας αλλοτριώνει και ό,τι μας καταπιέζει. Στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

 

 

Μην μπαίνεις στην γραμμή της υπακοής, της ομοιομορφίας, της πειθαρχίας, του εθνικισμού, του μιλιταρισμού.


Πρωτοβουλία για την ολική άρνηση στράτευσης, Μάρτης 2012



 

Κατεβάστε το κείμενο σε μορφή PDF πατώντας εδώ.