Σκέψεις πάνω στις πρόσφατες πλημμύρες και την έκτακτη ανάγκη ως συνθήκη ζωής


ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΠΛΗΜΜΥΡΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΤΑΚΤΗ ΑΝΑΓΚΗ ΩΣ ΣΥΝΘΗΚΗ ΖΩΗΣ

«Η έννοια της προόδου πρέπει να θεμελιωθεί στην ιδέα της καταστροφής. Ότι τα πράγματα βαίνουν «ως έχουν» είναι η καταστροφή. Δεν είναι κάτι που ανά πάσα στιγμή επίκειται, αλλά το ανά πάσα στιγμή δεδομένο.»  Walter Benjamin

  1. Πριν μερικά χρόνια οι μεγάλες καταστροφές που συνδέονταν με καιρικά φαινόμενα ή φωτιές ονομάζονταν «θεομηνίες». Σήμερα προσδιορίζονται ως απότοκα της «κλιματικής κρίσης». Πρόκειται για μια υποκατάσταση του θεολογικού λόγου από μια επιστημονική έννοια; Είναι η μάχη του «φωτός με το σκοτάδι»; Όχι. Πρόκειται για μια μετεξέλιξη του θεολογικού λόγου σε θεολογία των επιστημών: εδώ τα τεκμήρια, οι στατιστικές, τα διαγράμματα παίζουν τον ρόλο που έπαιζε κάποτε ο τιμωρός θεός. Δηλαδή της μυστικοποίησης, της απόκρυψης των κοινωνικών-ταξικών αιτιών των καταστροφών και των ακόλουθων κοινωνικών-ταξικών τους προεκτάσεων.
  2. Η «κλιματική κρίση» είναι ένας ορισμός που προσπαθεί όχι μόνο να συσκοτίσει αλλά στην ουσία να τεχνικοποιήσει την καπιταλιστική λεηλασία των κυριαρχούμενων (ανθρώπινων και μη), της γης, του νερού, του αέρα. Σύμφωνα με αυτήν, για όλα φταίνε οι οριζόντιες «καθημερινές πρακτικές» που ανεβάζουν 2-3 βαθμούς την παγκόσμια θερμοκρασία και επιφέρουν μια αστάθεια σε ένα κατά τα άλλα σταθερό παγκόσμιο κλίμα. Και τι θα το λύσει; Κάποιες τεχνολογικές καινοτομίες, κάποιες θαρραλέες πράσινες πολιτικές και βέβαια η προσωπική υπευθυνότητα του καθενός! Αν λοιπόν με την κρίση covid19 οφείλαμε να αποκτήσουμε βιοϊατρική σωφροσύνη, τώρα απαιτείται περιβαλλοντική…
  3. Η λεγόμενη κλιματική κρίση είναι ένα όχημα μεταστροφής του κυρίαρχου μοντέλου καπιταλιστικής παραγωγής και ταυτόχρονα μέσα σε ένα περιβάλλον «πολυκρίσεων», ένα εργαλείο κοινωνικού ελέγχου.
  4. Στις κρίσεις εκτός από τη φιγούρα του μπάτσου ή του στρατιωτικού κυριαρχεί παράλληλα και μια άλλη μορφή: αυτή του ειδικού. Ζούμε σε εκείνη την ιστορική στιγμή κατά την οποία οι διάφοροι ειδικοί, εκείνοι δηλαδή που μονίμως διατείνονται ότι εργάζονται για την απρόσκοπτη (οικονομική και όχι μόνο) ανάπτυξη και την καινοτομία, ισχυρίζονται πως βασική δουλειά τους είναι να μελετούν μοντέλα κινδύνου, να μετράνε το ρίσκο, να σχεδιάζουν εντέλει την επιβίωσή μας…
  5. Οι λεγόμενες φυσικές καταστροφές δεν είναι «καθαρά» φαινόμενα, όπου μια ομογενοποιημένη «καταστροφή» πλήττει διαταξικά το κοινωνικό. Μπορεί μια βροχή να εκδηλώνεται οριζόντια, αλλά πλήττει κάθετα. Ναι μεν στα χωριά του κάμπου πλημμύρησαν όλα τα σπίτια, από εκείνα των τσιφλικάδων του κάμπου ως τα πλινθόκτιστα σπίτια μικροαγροτών και τα παραπήγματα μεταναστ(ρι)ών εργατ(ρι)ών. Πέρα όμως από την πρόσκαιρη «αναστάτωση» όλων, ποιου υποκειμένου οι συνθήκες ζωής υποτιμώνται και υποβιβάζονται; Για ποιον ακριβώς η καταστροφή δεν μπορεί να είναι «ευκαιρία»;
  6. Οι λεγόμενες φυσικές καταστροφές δεν είναι «καθαρά» φαινόμενα που μετριούνται σε ρίχτερ, χιλιοστά βροχής, μποφόρ κ.λπ. Αφορούν στον πυρήνα της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας, την πολεοδομία της, τα μοντέλα ανάπτυξής της κτλ. Αφορούν στην μετατροπή κάθε σχέσης, κάθε υλικού, συνολικά του χωροχρόνου σε «φυσικό πόρο προς εκμετάλλευση».
  7. Η γενικευμένη αναφορά σε «καταστροφή υποδομών», «καταστροφή του τόπου» και άλλα αντίστοιχα ορίζει την κατάσταση με οριζόντιους τρόπους: σαν να είναι η καπιταλιστική κανονικότητα πριν τα «καιρικά φαινόμενα» αποδεκτή και αναγκαία συνθήκη και ως τέτοια να «μας χωράει όλ@» και όχι κατάσταση που διαμόρφωσε τους ίδιους τους όρους της καταστροφής αλλά και της διαχείρισής της.


    (φωτογραφίες από την καταιγίδα στην Αττική τον Νοέμβριο του 1961 και τις καταστροφές που σημειώθηκαν μεταξύ άλλων στη γειτονιά του Μπουρναζίου στο Περιστέρι)

  8. Οι καταστροφές στις πρόσφατες πλημμύρες στην Θεσσαλία πιθανώς να αναδιατάξουν σημαντικά τη λεγόμενη κοινωνική της γεωγραφία: από τον εκτοπισμό κάποιων από τις κατεστραμμένες κατοικίες τους, την πιθανή προλεταριοποίηση μικρών παραγωγών-αφεντικών, τη δυσχερέστερη θέση διαπραγμάτευσης που θα βρεθούν οι μετανάστ(ρι)ες εργάτ(ρι)ες γης κ.α. Η περίπτωση του τυφώνα Κατρίνα στην Νέα Ορλεάνη το 2005 είναι ένα manual για τους απανταχού κυρίαρχους για το πώς μπορεί μια καταστροφή να γίνει ευκαιρία κοινωνικής εκκαθάρισης. Το αν και με ποιους όρους θα εφαρμοστεί κάτι τέτοιο στην Θεσσαλία έχει να κάνει με την ίδια την κοινωνική και ταξική διαστρωμάτωση, τα υλικά συμφέροντα και τις αντιστάσεις. Βεβαίως όλα αυτά δημιουργούν ευκαιρίες για κάποιους άλλους: από την «αξιοποίηση» κονδυλίων της ΕΕ και τα κατασκευαστικά έργα που αναγκαστικά θα γίνουν, ως τις «ευκαιρίες» που θα εμφανιστούν για το ντόπιο αγροτικό κεφάλαιο (τόσο το μεγάλο όσο και το μικρό που θα συνταχθεί πίσω του). Δεν πρόκειται για κάποιου είδους μαυραγοριτισμό, αλλά για συνέχιση με άλλους όρους αυτού που συνέβαινε και πριν την πλημμύρα και αυτό που σκοπίμως συσκοτίζεται από τις αναφορές σε κάποιον θολό «θεσσαλικό λαό που πλήττεται».
  9. Ζώντας ακριβώς μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο των συνεχών ή και αλληλοεπικαλυπτόμενων κρίσεων και της οργάνωσης της ζωής των καταπιεσμένων διαμέσου της βιοπολιτικής διαχείρισής τους από το κράτος, εμφανίζονται και εκείνα τα υποκείμενα που πιθανώς πρωταρχικά τα αφορά η εκάστοτε «κρίση». Από τα «μεταναστευτικά ρεύματα», στους «σεισμοπαθείς», στις «ευάλωτες υγειονομικά ομάδες», στους «πυρόπληκτους», στους «πλημμυροπαθείς». Οι ομογενοποιητικές έννοιες δεν θέλουν να συγκροτήσουν μια έννοια κοινότητας από τα κάτω, αλλά κοινωνικές ομάδες που θα αντιμετωπιστούν/ταξινομηθούν με διαφορετικό τρόπο η καθεμία, σύμφωνα με τις σύγχρονες στρατηγικές logistics και καταστολής κάθε είδους (συμπεριλαμβανομένης της υγειονομικής). Είναι μέρος μιας γλώσσας που θέλει να συσκοτίσει τα περιεχόμενα τόσο των υποκειμένων όσο και των συνθηκών οι οποίες τα «κατέταξαν» σε ομάδες κινδύνου. Είναι έννοιες που εκπαιδεύουν στο να γίνεις -κάποια «άτυχη» στιγμή- υποκείμενο κρατικής διαχείρισης με όρους ελεημοσύνης, αλλά και στο να αναλάβεις εξατομικευμένα όλες εκείνες τις απαραίτητες «προφυλάξεις» για να αποφύγεις τον όποιο ορισμό σου ως -παθής και τις συνέπειες που αυτό θα έχει. Να είσαι δηλαδή Υπεύθυνος…(αν κάτι μας θυμίζει…). Εξ’ ού και οι συμβουλές διάφορων ειδικών για το τι π.χ. θα έπρεπε να είχαν κάνει οι «πυροπαθείς» στις πρόσφατες φωτιές για να αποφύγουν τις μεγάλες καταστροφές ή η προαναγγελία νομικού πλαισίου για την υποχρεωτική ασφάλιση κατοικιών από καταστροφές.
  10. Η κινηματική χρήση των όρων αυτών δεν αποκαθιστά κάποια σαφήνεια ή αλήθεια, αλλά αναμασά τη γλώσσα των κυρίαρχων για τις «ομάδες κινδύνου». Κατά αυτόν τον τρόπο, η αλληλεγγύη απέναντι σε όσ@ έχουν βιώσει μια καταστροφή δεν μπορεί να μην υπολογίζει πως δεν είναι όλοι οι -παθείς στην ίδια μοίρα. Οι τάξεις, η καταγωγή, το φύλο, η ηλικία, η «ικανότητα» και άλλοι διαχωρισμοί δεν εξαφανίζονται με το μαγικό ραβδάκι της «φυσικής καταστροφής». Ούτε βεβαίως να καταλήγει σε μια υποκατάσταση των κρατικών υπηρεσιών με την προσφορά ειδών ανάγκης. Η αλληλεγγύη είναι σχέση αμοιβαιότητας και χειραφέτησης, δεν είναι μόνο προσφορά, γιατί αλλιώς δεν αποφεύγει να πλατσουρίζει μέσα στα απόνερα της κοινοτοπίας του ανθρωπισμού. Η αλληλεγγύη είναι η κίνηση να βγούμε από τους ορισμούς της κρίσης. Το να αντιλαμβανόμαστε τα πληττόμενα κοινωνικά κομμάτια ως ανίκανα να αναλάβουν τις υποθέσεις της ζωής τους, ως υποκείμενα που ορίζονται αποκλειστικά από την «καταστροφή που έπεσε στα κεφάλια τους», είναι σαν να τα ταξινομούμε στην αποκλειστική ζώνη μεταξύ κινδύνου και επιβίωσης. Κατά αυτόν τον τρόπο το ξεπέρασμα αυτής τους της θέσης τεχνικοποιείται ως ένα απλό ζήτημα βοήθειας και παροχής των «αναγκαίων». Είναι υποκείμενα δηλαδή που χρήζουν αποκλειστικά «πολιτικής προστασίας».
  11. Δεν είναι τυχαία λοιπόν και η γλώσσα που χρησιμοποιείται: Η «ελλιπής κρατική διαχείριση» που δεν θα έπρεπε να της έχουμε εμπιστοσύνη (γιατί πότε θα μπορούσαμε να της έχουμε;), η κριτική στις κρατικές υπηρεσίες γιατί δεν έκαναν ως όφειλαν την δουλειά τους -η οποία ποια είναι αλήθεια και από πότε; Μήπως αυτή είναι η φροντίδα και η αλληλεγγύη στους υπηκόους, ή τα συνθήματα για «επίταξη» χώρων για να στεγαστούν τα πληττόμεν@ (δηλαδή εκ νέου η λογική της «προστατευτικής» παρέμβασης του κράτους έστω και με «κοινωνικό εξαναγκασμό»). Πού πήγε η προταγματική της από κοινού κατάληψης δημόσιων και ιδιωτικών χώρων (π.χ. ξενοδοχείων) για την ικανοποίηση της ανάγκης στέγασης; Όλα αυτά δείχνουν ότι ο κινηματικός προταγματικός ορίζοντας σε μια ακόμη συνθήκη κρίσης δεν ξεπερνά τα όρια ενός «άλλου», «κανονικού», όσο και ιστορικά φαντασιακού, αυτή τη φορά, κράτους. Ως κατακλείδα, η επίκληση για μεγαλύτερη εμπλοκή του στρατού στη διαχείριση του προβλήματος, στη «διάσωση» και μετά στην «επούλωση των πληγών» μπορεί να μοιάζει με τραγωδία, αλλά μάλλον έρχεται ως φυσική κατάληξη των παραπάνω: εν τέλει αυτό που συνέχει το «καταστροφικό δράμα» είναι ένα εθνικό σώμα σε κίνδυνο και ο στρατός είναι ο φυσικός του προστάτης, γιατί θέλει και, κυρίως, γιατί μπορεί…
  12. Η ιδέα ενός κράτους ασφάλειας, δηλαδή ενός κράτους αποφασισμένου να εξουδετερώσει τους κοινωνικά παραγόμενους κινδύνους για την ατομική και συλλογική ύπαρξη, διακήρυξε την πρόθεση να κοινωνικοποιηθούν οι ατομικοί κίνδυνοι και να καταστεί ο περιορισμός τους καθήκον και ευθύνη του κράτους. Η υποταγή των υπηκόων στην κρατική εξουσία θα νομιμοποιούταν από την ίδια την έγκριση από την πλευρά του κράτους αυτού, μεταξύ άλλων, μιας πολιτικής αποζημιώσεων ενάντια στις ατομικές «ατυχίες» και τα δεινά. Σε αυτή τη μορφή του κράτους, η προστατευτική λειτουργία δεν ρυθμίζεται με όρους «κοινωνικού συμβολαίου» αλλά με όρους νόμου και τάξης, δηλαδή οι «προσωπικές ατυχίες» είναι πλέον αποκλειστικά εξατομικευμένες και εμπίπτουν σε κώδικες κοινωνικού ελέγχου, σωφρονισμού και πειθάρχησης. Παρ’ όλ’ αυτά η «παλινόρθωση» ενός χαμένου μονοπωλίου της κοινωνικής σωτηρίας πρέπει διαρκώς να βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής. Επιπλέον, η εμφάνιση των κάθε είδους ειδικών σε κάθε εμφανιζόμενη κρίση των τελευταίων δέκα χρόνων (από τους οικονομολόγους στους λοιμωξιολόγους, από εκεί στους γεωπολιτικούς αναλυτές και σήμερα στους μετεωρολόγους και τους περιβαλλοντολόγους) γίνεται για να διαφημίσει έναν κόσμο γεμάτο απειλές που μόνο η κρατική επαγρύπνηση μπορεί να εξαλείψει. Να διευρύνει στο έπακρο την επικράτεια κινδύνου…
  13. Το κράτος θεσμοθέτησε -κυρίως μεταπολεμικά- την κοινωνική ασφάλιση, μείωσε τον χρόνο εργασίας, όρισε νομικό πλαίσιο και ελεγκτικούς μηχανισμούς στην εργασία, θεσμοθέτησε τις άδειες, δημιούργησε συστήματα υγείας, εκπαίδευσης, οπωσδήποτε μετά από κοινωνικούς-ταξικούς αγώνες. Η πρόσφατη νεοφιλελεύθερη μεταστροφή του στην εγκατάλειψη κάποιων ή και όλων από τα παραπάνω και τον επαναπροσδιορισμό τους με όρους ασφάλειας και ατομικής ευθύνης, αν και δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, δεν μπορεί να συνιστά για τον αντιεξουσιαστικό λόγο σημείο αναφοράς χωρίς κριτική των συναινέσεων που θεμελίωσαν αυτές τις θεσμοθετήσεις και, ακόμα περισσότερο, χωρίς κριτική των συναινέσεων που δίνουν πνοή στο ίδιο το κράτος ασφάλειας, εδώ και τώρα. Το κράτος ως ιστορική μορφή δεν ξεκινά με την νεοφιλελεύθερη όψη του…
  14. Οι νεκροί/ές μετανάστ(ρι)ες τόσο στις φωτιές του Έβρου όσο και στις πλημμύρες της Θεσσαλίας δεν εντάχθηκαν ποτέ σε επίσημες λίστες θυμάτων. Ο ρέων ανθρωπισμός κοίταζε τις «πληγές» στα σπίτια και τις περιουσίες, προτεραιοποιούσε τις ζωές βάσει της εντοπιότητας. Και αυτό δείχνει πολλά για το πώς γίνονται αντιληπτές οι «κρίσεις»: ως φαινόμενα που πλήττουν αυτούς και αυτές που είχαν έστω μια κανονικότητα και μια εθνική γεωγραφία να τους τη διαφυλάσσει.
  15. Το τι επίκειται το ξέρουμε. Το ζούμε κάθε μέρα. Χτυπώντας αυτό που ζούμε, μεταστρέφουμε την κάθε από τα πάνω κρίση, στην μόνη πραγματική κρίση που φοβούνται οι κυρίαρχοι: τις ανυπόμονες και ακηδεμόνευτες υποτελείς τάξεις. Τα ακραία φαινόμενα κοινωνικής οργής.


Παράρτημα

Επειδή πολύς λόγος γίνεται για το πώς και αν έγινε συγκεκριμένη διαχείριση των αντιπλημμυρικών αναχωμάτων προκειμένου να κατευθυνθεί το νερό μακριά από τις πόλεις, αλλά και για το ότι για μια ακόμη φορά ο στρατός εμφανίζεται με το φωτοστέφανο της κοινωνικής σωτηρίας, παραθέτουμε δύο παραδείγματα για το πώς οι πλημμύρες μπορούν να είναι κομμάτι μιας στρατιωτικής/πολεμικής διαχείρισης του ντόπιου πληθυσμού. Ιδού λοιπόν η κοινωνική προσφορά των εθνικών στρατών στον ντόπιο πληθυσμό:

  • Τον Ιούνη του 2023 υπήρξε ανατίναξη του φράγματος Καχόβκα στη νότια Ουκρανία. Το αποτέλεσμα ήταν να σκοτωθεί απροσδιόριστος αριθμός ανθρώπων από τις γύρω περιοχές που πλημμύρισαν και δεκάδες χιλιάδες μη ανθρώπινα όντα, να ξεσπιτωθούν χιλιάδες κατοίκων, αλλά και να προκύψει κίνδυνος για την «ομαλή» λειτουργία της ψύξης των αντιδραστήρων του πυρηνικού εργοστασίου της Ζαπορίζια. Οι δύο πλευρές, Ουκρανία και Ρωσία, άρχισαν τις γνωστές αλληλοκατηγορίες για την απόδοση ευθυνών. Ο διαδικτυακός ειδησεογραφικός ιστότοπος Meduza με έδρα τη Ρίγα μεταδίδει πληροφορίες στα ρωσικά και ήταν πάντα επικριτικός απέναντι στην κυβέρνηση της Μόσχας από την ίδρυσή του το 2014. Σύμφωνα με τoν Meduza, οι Ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις (AFU) ξεκίνησαν την επίθεση στις 4-5 Ιουνίου, μία ημέρα πριν από την καταστροφή στο φράγμα της Καχόβκα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, δεν είχαν αναπτύξει όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις και "αντίθετα με τις προσδοκίες" οι Ουκρανοί αποφάσισαν να κατανείμουν τις δυνάμεις κατά μήκος ολόκληρης της νοτιοανατολικής γραμμής του μετώπου. Σαν δηλαδή να είχαν «προϋπολογίσει» την επικείμενη καταστροφή του φράγματος. Ακόμα και αν αυτό ήταν «τυχαίο» και την ανατίναξη την έκανε ο ρώσικος στρατός, αυτό δεν αλλάζει την ουσία της ενέργειας, αφού και οι δύο πλευρές ερίζουν για την ενσωμάτωση του εκεί πληθυσμού και εδάφους ως αναπόσπαστο τμήμα του «ένδοξου έθνους»…
  • Ένα γεγονός από το μακρινό παρελθόν. Στον δεύτερο σινοϊαπωνικό πόλεμο οι πλημμύρες λειτούργησαν ως αμυντική γραμμή καμένης γης. Υπήρχαν τρεις μακροπρόθεσμες στρατηγικές προθέσεις. Πρώτον, η πλημμύρα στο Henan προστάτευε το τμήμα Shaanxi της σιδηροδρομικής γραμμής Longhai, τη σημαντικότερη βορειοδυτική κυκλοφορία όπου η Σοβιετική Ένωση έστελνε τις στρατιωτικές προμήθειες στον κινεζικό εθνικό στρατό από τον Αύγουστο του 1937 έως τον Μάρτιο του 1941. Δεύτερον, το πλημμυρισμένο έδαφος και ο σιδηρόδρομος δυσχέραιναν την κινητοποίηση του ιαπωνικού στρατού στο Shaanxi, εμποδίζοντάς τον έτσι να εισέλθει στη λεκάνη του Sichuan, όπου βρισκόταν η πρωτεύουσα του πολέμου Chongqing και το νοτιοδυτικό εσωτερικό μέτωπο. Τρίτον, οι πλημμύρες στο Χενάν και το Ανχούι συνέθλιψαν τις γραμμές και τις γέφυρες του σιδηροδρόμου Πεκίνου-Γουχάν, του σιδηροδρόμου Τιαντζίν-Πούκου και του σιδηροδρόμου Λονγκχάι, εμποδίζοντας έτσι τον ιαπωνικό στρατό να κινητοποιήσει τα μηχανήματα και τα στρατεύματά του στα θέατρα της βόρειας, κεντρικής και βορειοδυτικής Κίνας. Η βραχυπρόθεσμη στρατηγική πρόθεση ήταν να σταματήσει η γρήγορη κινητοποίηση του ιαπωνικού στρατού από τη βόρεια Κίνα στη μάχη της Γουχάν. Η πλημμύρα πέτυχε την παραπάνω στρατηγική πρόθεση- ειδικότερα, η ιαπωνική επιχείρηση 5 δεν κατέλαβε ποτέ το Shaanxi, το Sichuan ή το Chongqing. Η πλημμύρα όμως είχε και ανθρώπινο κόστος, οικονομικές ζημιές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις: 30.000 έως 89.000 πνίγηκαν στις επαρχίες Henan, Anhui και Jiangsu, ενώ συνολικά 400.000 έως 500.000 πέθαναν από πνιγμό, πείνα και πανούκλα. Ο Κίτρινος ποταμός εκτράπηκε σε νέα πορεία πάνω από εκτάσεις καλλιεργήσιμων εκτάσεων μέχρι την επισκευή των αναχωμάτων τον Ιανουάριο του 1947. Πέντε εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν σε αυτές τις πλημμυρισμένες εκτάσεις μέχρι το 1947. Εμπνευσμένοι από το στρατηγικό αποτέλεσμα, οι κινέζοι και οι ιάπωνες κατέστρεψαν αργότερα αναχώματα και σε άλλες περιοχές της Κίνας, ιδίως κατά μήκος του Γιανγκτσέ (πληροφορίες από το https://en.wikipedia.org/wiki/1938_Yellow_River_flood).


Και κάτι από το αρχείο του Θερσίτη: