Και έμεινες εκεί με χέρι τρεμάμενο να δείχνεις τον κόκκινο χορό από φλόγες που σκαρφάλωνε στον αέρα.
Δίπλα σου φωνές και ουρλιαχτά μπλέκονταν, αναθεμάτιζαν, αγωνιούσαν, επικαλούνταν θεσμούς, θεούς και δαίμονες.
"Ένα σπίτι καίγεται, ένας άνθρωπος καίγεται, τα ζώα μας καίγονται, το μοναστήρι καίγεται, θεέ μου βοηθησέ μας! Πού είναι το κράτος, πού είναι η πολιτεία, η πυροσβεστική, ο θεός ο ίδιος;"
Παρέμεινες εκεί με το χέρι τρεμάμενο ακόμα να δείχνει τις φλόγες.
"Πόσο ακόμα θες να επεκταθείς; Δε σου φτάνουν οι στάχτες τις καθημερινότητάς σου; Πόσο;"