Κείμενο με αφορμή την εκδήλωση στο μπασκετάκι του Αστέρα το Σάββατο 8 Ιούνη. Πρόκειται για εκδήλωση ενάντια στην ανάπλαση και την καταστολή των ελεύθερων χώρων. Η εκδήλωση γίνεται σε μια περίοδο κατά την οποία η τοπική και κεντρική εξουσία σε αγαστή συνεργασία με τον πολιτισμό του χρήματος και του εμπορεύματος επιχειρεί να επιτεθεί στους ελεύθερους χώρους των γειτονιών μας μετατρέποντάς τους εξ ολοκλήρου σε ελεγχόμενος και εμπορευματοποιημένους. Η εκδήλωση συμπίπτει με την εξέγερση στη γείτονα Τουρκία, αφορμή της οποίας στάθηκε ο αγώνας για τη διατήρηση του ελεύθερου χαρακτήρα του πάρκου Gezi που βρίσκεται δίπλα στην κεντρικότερη πλατεία της Κωνσταντινούπολης, την πλατεία Ταξίμ. Με βάση λοιπόν τα γεγονότα στη γείτονα, η αυριανή μας εκδήλωση αποκτά ένα διττό χαρακτήρα. Από τη μια ένα μήνυμα αντίστασης στις ορέξεις των ντόπιων αρχόντων προς τους ελεύθερους χώρους και από την άλλη ένα μήνυμα αλληλεγγύης στους εξεγερμένους στην Τουρκία. Στο πλαίσιο μάλιστα του καλέσματος της συνέλευσης της πλατείας Ταξίμ για παγκόσμιες δράσεις αλληλεγγύης, η εκδήλωση στο μπασκετάκι του Αστέρα θα αποτελέσει εκ των πραγμάτων και έναν τόπο συνάντησης αλληλέγγυων προς τους εξεγερμένους στην Τουρκία.

 

 

 

Η πόλη αλλάζει εναντίον μας



Οι ελάχιστοι εναπομείναντες ελεύθεροι χώροι στις γειτονιές μας (πάρκα, πλατείες, αλάνες) έχουν μετατραπεί σε νεκροζώντανους χώρους όπου κυριαρχούν τα ήθη των μαγαζατόρων και των τραπεζοκαθίσματων τους, η αισθητική των δημάρχων και των εργολάβων τους και οι «διακριτικές» παρενοχλήσεις από την αστυνομία όλων αυτών που επιμένουν να αράζουν στις πλατείες και να τις χρησιμοποιούν κόντρα στην κανονικότητα που επιβάλλεται. Να τις χρησιμοποιούν δηλαδή ως χώρους συνάντησης, επικοινωνίας, δημιουργίας, παρέας.


Εδώ και δεκαετίες διδασκόμαστε να ζούμε στις γειτονιές μας μόνο ως περαστικοί, να ζούμε την πόλη μόνο ως καταναλωτές. Καθετί άλλο, λεκιάζει, είναι «αντικανονικό». Κι αν για χρόνια οι πλατείες είχαν χάσει τη σημασία τους ως κοινοί χώροι συνεύρεσης αφού είχαν αντικατασταθεί από τους εμπορικούς χώρους συνάθροισης (καφέ, εμπορικά κέντρα κ.ά.), τα τελευταία χρόνια, όπου η φτώχεια κατακλύζει τις γειτονιές μας, αυτοί οι ελάχιστοι ελεύθεροι χώροι, αρχίζουν να ξαναγίνονται ζωτικοί για την καθημερινότητα, αρχίζουν -από ανάγκη ή επιλογή- να ξαναγεμίζουν από κόσμο που δεν έχει και δε θέλει να πληρώνει στα μαγαζιά παντός είδους που ξεφυτρώνουν γύρω από κάθε δημόσιο χώρο.


Ταυτόχρονα όμως από την άλλη πλευρά, επιδιώκεται η συνολική αναδόμηση του αστικού τοπίου με κύριο μέλημα τη μετάλλαξη των πλατειών από ελεύθερους δημόσιους χώρους σε βιτρίνες «πολιτισμού», εμπορίου και καταστολής. Από τη «θάλασσα» των μίζερων τραπεζοκαθισμάτων του άλσους στο Ίλιον, της πλατείας Ιλίου και Αγίων Αναργύρων (εκεί όπου ο δήμαρχος Σαράντης έκανε δωράκι τη μισή πλατεία στον καλό φίλο της αστυνομίας ιδιοκτήτη της καφετέριας «γυάλινο»), από το ξήλωμα εκατοντάδων δέντρων στον πευκώνα Αγίων Αναργύρων για την κατασκευή ενός νεκρού σταθμού επικών διαστάσεων, την εμπορευματική εκμετάλλευση του Πάρκου Τρίτση από καφετερίες και ΜΚΟ (όμιλος Λάτση, υιός Κόκκαλης κ.α). Τελευταίο παράδειγμα η «ανάπλαση» της πλατείας Ρίμινι με κόστος 1.500.000 ευρώ(!!) (δωράκι από τον δήμαρχο Ζενέτο σε εργολάβο) για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες όχι της γειτονιάς αλλά των νέων ή παλαιών μαγαζατόρων: στην πραγματικότητα η πλατεία «αναπλάστηκε» σε έναν κενό χώρο πολυφωτισμένο, με έναν κήπο-βιτρίνα, με ελάχιστα παγκάκια και με μεγάλους χώρους περιμετρικά για τις ανάγκες των τραπεζοκαθισμάτων των τριγύρω μαγαζιών.


Η ανάπλαση των γειτονιών μας, βρίσκει συμπαραστάτες όλο το θεσμικό συρφετό της τοπικής κοινωνίας και τους εκάστοτε νταβάδες-καταστηματάρχες, η επιβολή της αποστείρωσης (με εκτυφλωτικά φώτα και διαμορφωμένες υγειονομικές ζώνες από τα συνεργεία καθαρισμού του δήμου) σπέρνει την καταστολή, το φόβο και την κανονικότητα σε τόπους δικούς μας, στις ίδιες μας τις γειτονιές. Οι φράχτες στερούν το χώρο από την πρόσβαση σε αυτόν, τα πινέλα του δήμου ενάντια στα σπρέι των γκραφιτάδων, τα τραπεζοκαθίσματα και οι γιγαντοοθόνες των μαγαζιών υποδεικνύουν την «ορθή χρήση» των πλατειών και οι περιπολίες των δίας και των ασφαλιτών αδειάζουν τις πλατείες από «παράξενα» και «ύποπτα» παρεάκια και φιγούρες με πρόσχημα την «εγκληματικότητα»… Είναι σα να μας λένε –ακόμα περισσότερο τώρα, μέσα στα χρόνια της «κρίσης»- να συνεχίσουμε να είμαστε σιωπηλοί, να συνεχίσουμε να είμαστε «επισκέπτες» και περαστικοί στις γειτονιές μας, να συνεχίσουμε να αποδεχόμαστε τη μοίρα μας και να κάνουμε υπομονή, να συνεχίσουμε να αποδεχόμαστε καθετί που φτιάχνεται εναντίον μας…


Η συνολική μετάλλαξη λοιπόν του χαρακτήρα των ανοικτών δημοσίων χώρων, από ελεύθερα κοινωνικά πεδία ζύμωσης και χώρους όπου καλλιεργούνται και διαμορφώνονται οι κοινοί-συλλογικοί τόποι και τρόποι ζωής της τοπικής κοινωνίας, σε «αστικά καλλιτεχνήματα» διαχείρισης, επιβολής και εμπορευματοποίησης, κάνουν ξεκάθαρο το χαρακτήρα του «ολοκληρωτισμού» που έχει ο πολιτισμός των «αναπλάσεων». Ανέκαθεν οι πλατείες, τα πάρκα και οι ανοικτοί και ελεύθεροι χώροι αποτελούσαν τα «εδάφη των από κάτω», αποτελούν και θα εξακολουθούν να αποτελούν τον τόπο έκφρασης και αγώνα όλων εκείνων που συναντιούνται για να «μοιραστούν»τις ζωές, τις αρνήσεις και τις αντιστάσεις τους. Τέτοια εδάφη εξάλλου, εδάφη κοινότητας και αγώνα, αυτοοργάνωσης, αντίστασης και αλληλεγγύης ήταν και οι καταλήψεις στο κέντρο της Αθήνας που τους προηγούμενους μήνες δέχτηκαν την κατασταλτική επίθεση του κράτους: ονομάστηκαν «εστίες ανομίας» και αποδόθηκαν στα χέρια του κράτους και των εργολάβων για να... αναπλαστούν.


Για αυτούς και για όλους τους λόγους του κόσμου, η απάντησή μας πρέπει να δίνεται σε κάθε ελεύθερο τόπο και χώρο κοινής διαμόρφωσης και έκφρασης της ζωής. Άλλωστε τα πάρκα και οι πλατείες είναι η προβολή της κοινωνικής ζωής. Οι γειτονιές μας πολιορκούνται, όπως πολιορκείται όλη μας η ζωή. Όσο πιο έρημη και φτωχοποιημένη είναι αυτή άλλο τόσο πρέπει να είναι και οι δημόσιοι χώροι. Όσο περισσότερο κατειλημμένη είναι η ζωή μας από την φιλοσοφία του χρήματος που διατάζει ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» άλλο τόσο οι δημόσιοι χώροι θα καταλαμβάνονται από το εμπόρευμα. Όσο περισσότερο φοβισμένη είναι η ζωή των από κάτω άλλο τόσο οι δημόσιοι χώροι θα μετατρέπονται σε πεδία αστυνομικής διαχείρισης και ελέγχου.


Δυο κόσμοι πρέπει να συγκρουστούν: δύο αντίθετοι κόσμοι, δύο διαφορετικές κατευθύνσεις για την αντίληψη της ζωής. Οι ελεύθεροι-δημόσιοι χώροι ανήκουν στις γειτονιές και όχι στους εργολάβους, στους δημάρχους και την καταστολή. Πεμπτουσία της σύγκρουσης αποτελεί η ανάδειξη ενός χώρου σε μέσο για να σπάσουμε την κυρίαρχη λειτουργία αλλά και όλες εκείνες οι δράσεις, οι αφορμές και οι τρόποι αντίστασης που έχουν ως τελικό στόχο την συνολική αποδόμηση ενός συστήματος υποταγής και εξαθλίωσης αντιτάσσοντας την αυτοοργάνωση, την αλληλεγγύη, την ελευθερία και την ισότητα.


Στήνουμε λοιπόν, εχθρικά τη δημιουργικότητά μας, την αλληλεγγύη μας, τις ανάγκες μας ενάντια στην εμπορευματοποίηση και τον έλεγχο κάθε ανοικτού δημόσιου χώρου.


Επανοικειοποιούμαστε, ξανακάνουμε δικούς μας και ζωντανούς τους χώρους που συνευρισκόμαστε.


«Ρυπαίνουμε» με γκράφιτι το «καθαρό αστικό τοπίο» ζωγραφίζοντας τις εικόνες του δικού μας αύριο, απαλλαγμένοι από κάθε είδους εμπορευματοποίηση.


Μαζί με τη νεολαία του δρόμου, τα χαχανητά των παιδιών, τους φτωχούς, τους εξαθλιωμένους και τους μετανάστες, σπάμε τη μοναξιά, την ιδιώτευση, το φόβο και κάνουμε ξεκάθαρο ότι οι ανοικτοί δημόσιοι χώροι δεν είναι για τα μούτρα κανενός δημάρχου, εργολάβου, μπάτσου.



Στις 8/6 ξαναζωντανεύουμε το μπασκετάκι του Αστέρα -Θέτιδος και Ποσειδώνος- (γκράφιτι, μουσική, προβολές, εργαστήριο στένσιλ)…

 

 

Για να κατεβάστε το κείμενο σε μορφή αρχείου pdf πατήστε εδώ.