[Τρίτη 12/6/, 20:30] προβολή και συζήτηση στην Πάροδο
θα προβληθεί η ταινία miss violence και θα ακολουθήσει συζήτηση αναζητώντας κοινούς τόπους κατανόησης,αντίστασης και ρήξης με τον κόσμο του σεξισμού και της πατριαρχίας.
Σχετικά με τη κουλτούρα του βιασμού.
Οι βιασμοί αποτελούν καθημερινότητα.Το ποιοι από αυτούς επιλέγεται από τα μέσα ενημέρωσης να δημοσιοποιηθούν και ο τρόπος που το κάνουν αυτό εντέλει, διαφέρει ανάλογα με το ποιος είναι ο βιαστής και ποιο το επιζών πρόσωπο και ποια η εθνική τους προέλευση. Κοινή πάντως είναι η στάση τους απέναντι στο γεγονός ως προς το να αποκρύπτουν το δομικό του στοιχείο. Το ότι δηλαδή αποτελεί ωμή έκφραση έμφυλης και σεξιστικής βίας, συνδεδεμένη άμεσα με τη πατριαρχική δομή της κοινωνίας. Αντίθετα εμφανίζεται ως εξαίρεση και μεμονωμένο περιστατικό.
Η ταυτότητα του βιαστή αποτελεί εργαλείο για το πως θα στηθεί η κυρίαρχη μυθοπλασία γύρω από το γεγονός. Όταν πρόκειται για μετανάστη δίνεται η ευκαιρία να εδραιωθούν και να αναπαραχθούν οι ρατσιστικές και ξενοφοβικές ρητορείες. Το παράδειγμα του βιασμού στη Πάρο όπου στη σκιά του στήθηκε πογκρόμ ενάντια στους μετανάστες στην Αθήνα με την δολοφονία ενός ανθρώπου, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αντίθετα το σοκ που έζησε η «ευαίσθητη» κοινωνία με το βιασμό στη Ξάνθη εξαντλήθηκε γρήγορα όταν αποκαλύφθηκε ότι ο δράστης δεν ήταν μουσουλμάνος όπως αρχικά ήθελε να πιστεύει, αλλά Έλληνας ορθόδοξος. Πάνω στην εθνική ταυτότητα του βιαστή στήνονται εθνικιστικές αφηγήσεις. «Είναι στην κουλτούρα των ξένων να βιάζουν». «Μετανάστες βιάζουν τις γυναίκες μας». Οι βιασμοί αυτοί επιλέγονται μεταξύ άλλων για να χρησιμοποιηθούν ως εργαλεία αφηγήσεων όπου οι απελάσεις και οι κοινωνικοί αποκλεισμοί να φαίνονται οι μόνοι τρόποι αντιμετώπισης. Η ρατσιστική ιδεολογία μια χαρά και ύπουλα κάνει τη δουλειά της. Στις περιπτώσεις βέβαια όπου το επιζών πρόσωπο δεν έχει την «τύχη» και την «περηφάνια» να φέρει την ελληνική ταυτότητα, η ευαισθησία της κοινωνίας προσανατολίζεται στο να υπερασπιστεί και να προστατέψει τη γνήσια τέκνα της, όπως πολύ χαρακτηριστικά συνέβη στο βιασμό στην Αμάρυνθο Ευβοίας.
Οι έλληνες βιαστές παρουσιάζονται ως εξαίρεση, στο σημείο φυσικά όπου ο βιασμός δεν μπορεί να αποσιωπηθεί, με την κοινωνία να πέφτει για άλλη μια φορά από τα σύννεφα. Οι βιαστές αυτοί εμφανίζονται ως ψυχοπαθείς, δράκοι, ανώμαλοι, αφού έλληνας και βιαστής γίνεται; Η εθνική αφήγηση μας απαντάει πως δεν γίνεται. Μάλιστα, συχνά-πυκνά, σε ευθεία συνεργασία με γιατρούς και ψυχιάτρους παθολογικοποιούν τους βιαστές, τους παρουσιάζουν ως ασθενείς για να δώσουν και το «επιστημονικό» άλλοθι στη δικαστική εξουσία να τους αθωώσει. Τα δε δικαστήρια βέβαια κατά κόρον ξεχνούν να δείξουν την ίδια ευαισθησία απέναντι στα άτομα που αντιστάθηκαν στον βιαστή τους. Η περίπτωση της κοπέλας στην Κόρινθο που καταδικάστηκε επειδή αντιστάθηκε, μη αναγνωρίζοντάς της το γεγονός ότι βρισκόταν σε αυτοάμυνα, είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το ότι η κοπέλα είναι ρομά καθόλου ασήμαντο στοιχείο δεν το θεωρούμε τόσο στο ίδιο το γεγονός, όσο στην παρουσίασή του από τα μμε και στην δικαστική εξέλιξη. Δεν ξεχνάμε πώς ορίζεται νομικά ο βιασμός όπου μέχρι πρόσφατα αφορούσε μόνο την κολπική διείσδυση. Εξαιρούσε όλες τις πράξεις χωρίς συναίνεση ακόμα και την πρωκτική διείσδυση. Ακόμα και σήμερα θεωρείται έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ταυτίζοντας με το τρόπο αυτό τη γυναίκα με τη μήτρα της. Τεμαχίζοντας τα σώματα και υποδεικνύοντας ποια μέρη είναι αυτά που χρήζουν ή όχι προστασίας, δηλώνει ξεκάθαρα ότι μόνο η αναπαραγωγική λειτουργία της γυναίκας χρήζει να τεθεί κάτω από την ομπρέλα της.
Οι τόποι όπου παρουσιάζονται να συμβαίνουν οι βιασμοί είναι ακόμα ένα σημαντικό στοιχείο για την κυρίαρχη αφήγηση μέρος της οποίας αποτελεί ο διαχωρισμός του χώρου σε δημόσιο και ιδιωτικό. Το «εν οίκω μη εν δήμω», βασικό σημείο πάνω και στο οποίο στήνονται οι διαχωρισμοί και καταπιέσεις βάση το φύλο, δίνει άλλωθι για τους βιασμούς στην οικογένεια, νομιμοποιώντας τους. Ο ιδιωτικός χώρος, το σπίτι, παρουσιάζεται καθαγιασμένος και όταν κάποιοι από τους βιασμούς που συντελούνται δημοσιοποιούνται τελικά, συνήθως συνοδεύονται από τη δολοφονία του ατόμου που βιάστηκε και παρουσιάζονται ως περιστατικά εξαίρεσης αποκρύπτοντας το γεγονός ότι οι βιασμοί κατά βάση συντελούνται στην (διευρυμένη) οικογενειακή εστία. Οι βιασμοί που δημοσιοποιούνται από τα συστημικά μέσα αφορούν το δημόσιο χώρο, τα σημεία διασκέδασης, τα πανεπιστήμια, τις πλατείες, τους δρόμους. Σημεία όπου τα συστήματα ελέγχου και επιτήρησης παρουσιάζονται ως αναγκαία μέσα «προστασίας» δημιουργώντας συνθήκες αποκλεισμών, εποπτείας και συμμόρφωσης. Παρ’όλα όμως αυτά τα μέσα «προστασίας», τα σώματα που αντιμετωπίζονται ως φέροντα «θηλυκά» χαρακτηριστικά («αδύναμα» ή «ευάλωτα» σώματα) συνεχίζουν να μη νοιώθουν το δημόσιο πεδίο ως φιλικό χώρο. Χρειάζεται να είναι περιορισμένα, με συνοδεία, προσεκτικά για το πως μιλάνε, πως κινούνται πως ντύνονται ώστε να «μη πηγαίνουν γυρεύοντας».
Από μεριάς μας ξεκαθαρίζουμε
Η δημοσιοποίηση και η καταγγελία βιασμού από το επιζών πρόσωπο δεν χρήζει εξέτασης λεπτομερειών του τύπου αν υπήρξε διείσδυση, τι είδους διείσδυση και πόση ήταν αυτή. Το άτομο που το βιώνει ως τέτοιο είναι αυτό που θα προσδώσει χαρακτηρισμό στο βίωμά του. Ερωτήματα του τύπου «ποιος ήταν», «ποια ήταν», «που ήταν», «τι ώρα ήταν», «με ποιον ήταν», «τι φορούσε», «είχε πιει», «μήπως πρώτα τον γλυκοκοίταξε» το μόνο που προσφέρουν είναι η αναπαραγωγή της κουλτούρας του βιασμού. Προσβλέπουν στην ενοχοποίηση του ατόμου που υπέστη το βιασμό και στη σιωπή του. Μια σιωπή όπου η πατριαρχική μας κοινωνία σκόπιμα συντηρεί ώστε να αναπαράγεται και να διαιωνίζεται.
Ο βιασμός δεν είναι ένα τυχαίο μεμονωμένο γεγονός. Συμβαίνει στα πλαίσια της πατριαρχικής κοινωνίας όπου βιώνουμε, που καλλιεργεί το σεξισμό, τις διακρίσεις ,τους διαχωρισμούς και τις ιεραρχίες με βάση το φύλο, την σεξουαλικότητα και την ηλικία. Τα πρόσωπα που κρίνεται ότι φέρουν «θηλυκά» χαρακτηριστικά, έρχονται αντιμέτωπα με την πατριαρχία, τον σεξισμό και την κουλτούρα του βιασμού καθημερινά. Από τα βλέμματα και τα πειράγματα στο δρόμο, τα υποχρεωτικά χαμόγελα για να βρουν την ησυχία τους. Το πέσιμο και τα χουφτώματα από τον συνάδελφο και το αφεντικό. Τα σεξιστικά αστεία. Το να πρέπει να περπατάς κάνοντας ότι μιλάς στο τηλέφωνο με τα κλειδιά στο χέρι. Το να βρεθείς μόνη σου στο βαγόνι στο τελευταίο δρομολόγιο με τον τύπο απέναντί σου. Το «όχι» που επιλέγει να μην καταλαβαίνει ο ερωτικός σύντροφος επειδή προχτές είπες «ναι» ή «ναι» σε κάτι άλλο.
Ο βιαστής δεν είναι δράκος, ψυχασθενής και ανώμαλος. Είναι ο σεξιστής μισογύνης άντρας που βρίσκεται δίπλα μας, όχι στη διπλανή πόρτα. Στη πόρτα μας. Είναι ο λεβέντης που εκπαιδεύεται στην ελληνική πατριαρχική κοινωνία, στην οικογένεια, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στους χώρους διασκέδασης, στο στρατό να περιφρουρεί και να αναπαράγει τα προνόμιά του στα πλαίσια του μάτσο τύπου κυνηγού. Είναι αυτός που φυσικοποιεί τα πειράγματα, τα βλέμματα, την αίσθηση δικαιώματος επιβολής και ιδιοκτησίας. Είναι ο συγγενής, ο φίλος, ο συμφοιτητής, ο συνεργάτης.
Στο διαρκή χειραφετητικό αγώνα μας προς μια κοινωνία ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας αναγνωρίζουμε την πατριαρχία ως σύστημα εξουσίας, στην ίδια γραμμή με τα άλλα συστήματα εξουσίας και ως τέτοιο το αντιμετωπίζουμε. Συλλογικά και εχθρικά.
Πάροδος
Αυτοοργανωμένος χώρος έκφρασης, αλληλεγγύης και σύγκρουσης
Π. Τσαλδάρη 173 Νίκαια
[Αναδημοσίευση απο την Πάροδο]