κείμενο δρόμου για την κρίση και τον πόλεμο των κυρίαρχων

  • Print

ΚΡΙΣΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΥΣ «ΑΠΟ ΚΑΤΩ»


Και ο πόλεμος αυτός δεν μιλάει μόνο τη γλώσσα της φτώχειας, της απαξίας, της αλαζονείας των αφεντικών. Δεν φτιάχνει μόνο ουρές ανέργων, οφειλετών σε τράπεζες, απλήρωτων και επισφαλών και αγχωμένων εργαζόμενων γιατί το “αφεντικό τα φέρνει δύσκολα βόλτα”. Δεν φτιάχνει μόνο «στρατούς» εξαθλιωμένων που ζουν από τα «περισσεύματα-σκουπίδια», «στρατούς» απελπισμένων που η μιζέρια, ο κυνισμός, ο κοινωνικός στιγματισμός και η αυτοκαταστροφή είναι τα μοναδικά τους «κοινωνικά συμβόλαια».

Η κρίση είναι η απαρχή μιας συνολικότερης, πολύπλευρης και πολυεπίπεδης επίθεσης στην κοινωνία....

ΚΡΙΣΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΥΣ «ΑΠΟ ΚΑΤΩ»


Και ο πόλεμος αυτός δεν μιλάει μόνο τη γλώσσα της φτώχειας, της απαξίας, της αλαζονείας των αφεντικών. Δεν φτιάχνει μόνο ουρές ανέργων, οφειλετών σε τράπεζες, απλήρωτων και επισφαλών και αγχωμένων εργαζόμενων γιατί το “αφεντικό τα φέρνει δύσκολα βόλτα”. Δεν φτιάχνει μόνο «στρατούς» εξαθλιωμένων που ζουν από τα «περισσεύματα-σκουπίδια», «στρατούς» απελπισμένων που η μιζέρια, ο κυνισμός, ο κοινωνικός στιγματισμός και η αυτοκαταστροφή είναι τα μοναδικά τους «κοινωνικά συμβόλαια».

Η κρίση είναι η απαρχή μιας συνολικότερης, πολύπλευρης και πολυεπίπεδης επίθεσης στην κοινωνία.


Η περίφημη «οικονομική κρίση» δεν ήρθε όμως από το πουθενά, ούτε βέβαια είναι μια μεγάλη «αρρώστια» που εχθρεύεται ο καπιταλισμός. Οι οικονομικές κρίσεις πάντα αποτελούσαν προνομιακό πεδίο για τα αφεντικά του κόσμου, να ξαναμοιράσουν την «τράπουλα», να ξεφορτωθούν «αντιπαραγωγικά» βάρη και να επιτεθούν με «νέους όρους» και περισσευούμενη αλαζονεία στην κοινωνία. Η τωρινή «παγκόσμια κρίση» έφερε ένα ντόμινο «καταστροφών» που διαφέρουν από χώρα σε χώρα.


Στην Ελλάδα για χρόνια τα πάντα κινούνταν στον αστερισμό της «δυνατής εθνικής οικονομίας», του εκσυγχρονισμού, της ανάπτυξης. Τα πάντα: από τα κέρδη των αφεντικών μέχρι και τις αυταπάτες των εκμεταλλευόμενων πως κάτι μπορούν να κερδίσουν και αυτοί από την επέλαση των αφεντικών. Τώρα το «ελληνικό οικονομικό θαύμα» βρίσκεται σε κρίση, στιγματίζεται ως «ανορθολογικό», «αντιλειτουργικό», «αδιαφανές». Οι εχθροί που «ανακαλύπτονται» πολλοί και ευκολοχώνευτοι: από τις αστειότητες για τους δημόσιους υπαλλήλους (που παρουσιάζονται ως καλοπληρωμένοι βρικόλακες που πίνουν το αίμα ταλαίπωρων ιδιωτικών υπαλλήλων) έως κάποιους «αόρατους κερδοσκόπους» που χτυπάνε με μένος την ελληνική οικονομία. Τηλεοπτικές γελοιότητες για μαζική κατανάλωση. Η κερδοσκοπία δεν είναι ποτέ αόρατη, ούτε παράνομη: είναι η ύψιστη αξία του πολιτισμού του χρήματος και του εμπορεύματος. Και οι «αόρατοι» κερδοσκόποι είναι οι ίδιοι που αντάλλασαν για χρόνια και συνεχίζουν να ανταλλάσουν χαμόγελα, υπογραφές και επενδύσεις με την κρατική μηχανή και από κοινού με αυτήν, μιλάνε για το «όραμα της ανάπτυξης».


Το ελληνικό κράτος και τα αφεντικά έχουν τρόπους όχι απλά να επιβιώσουν (τέτοιο ζήτημα ούτε που τίθεται!) αλλά και να ωφεληθούν από την κρίση. Μάθανε εξάλλου «καινούρια κόλπα» τα τελευταία 15 χρόνια ανάπτυξης και κερδοφορίας: καθήλωση μισθών και εξάπλωση του τραπεζικού δανεισμού, ελαστικές και επισφαλείς εργασιακές σχέσεις, χτύπημα και στις στοιχειώδεις παροχές ενός «κοινωνικού κράτους», ξεζούμισμα των λιγότερο προνομιούχων κοινωνικών κομματιών (κυρίως των μεταναστών). Τα νέα μέτρα που παίρνονται αποτελούν βασικό κομμάτι μετακύλησης του «χρέους» των αφεντικών και της ελληνικής οικονομίας στις πλάτες των από κάτω.

Η σκληρότητα των νέων μέτρων δεν δείχνει το «βάθος της κρίσης της ελληνικής οικονομίας». Δείχνει το μέγεθος της επερχόμενης λεηλασίας όλων αυτών που πολύ ουδέτερα αποκαλούνται «μη προνομιούχοι».


Αν όμως κάτι πέτυχε το νεοφιλελεύθερο μοντέλο οικονομικής και κοινωνικής διαχείρισης τα 15 τελευταία χρόνια «ανάπτυξης», δεν είναι τόσο ότι διεύρυνε την δυνατότητα κερδοφορίας των μικρών και των μεγάλων αφεντικών, όσο το ότι διάσπασε σε βαθμό αφανισμού τα όποια δίκτυα αδιαμεσολάβητης κοινωνικής αλληλεγγύης. Τόσα χρόνια οι «από κάτω» έπρεπε να δασκαλευτούν και να μάθουν στην εξατομίκευση, στο «εγώ θα τα καταφέρω», στην κουλτούρα του «κοιτάω τη δουλίτσα μου», στο υπνοβατικό αναμάσημα τηλεοπτικών ειδήσεων, στα τραπεζικά δάνεια και στη λάμψη της κατοχής αντικειμένων για να ξορκίζουν την αφόρητη μοναξιά. Να μάθουν με το ζόρι να γελάνε με την «παλαιολιθικότητα» των λέξεων, αλληλεγγύη, αγώνας, αντίσταση, μαζί, σύγκρουση…Να μάθουν (με επαναληπτική τηλεοπτική συνδρομή) να στρέφουν τη δυσαρέσκειά τους στους μετανάστες που πνίγονται στο Αιγαίο, που στριμώχνονται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (ένα είναι κοντά μας, στην Πέτρου Ράλλη), που βασανίζονται καθημερινά από τον ένστολο μισανθρωπισμό της ελληνικής δημοκρατίας. Να μάθουν να αποδέχονται ως «εικόνα ασφάλειας» τα ένστολα και ένοπλα περίπολα στους δρόμους, να μάθουν να καταδικάζουν την βία όσων αντιστέκονται, αλλά να αποκτήσουν ανοσία στη βία του συστήματος που τους περικυκλώνει: από την θανατηφόρα μιζέρια της πρέζας και την εξάπλωσή της, τους άστεγους, την αγοραπωλησία γυναικών για αντρικές ορέξεις, την λεηλασία του φυσικού περιβάλλοντος, όλη αυτήν τη διάχυτη κοινωνική δυστυχία που είναι κομμάτι του πολέμου των κυρίαρχων του κόσμου στους «από κάτω»…


Τώρα τα νέα μέτρα θέλουν να παρελάσουν πάνω στον γενικευμένο κοινωνικό φόβο.

Κάπου εδώ και κάπως έτσι η αστυνομία γεμίζει τους δρόμους.15 χιλιάδες επιπλέον μπάτσοι για να εμπεδωθεί με σαφήνεια το “τάξη και ασφάλεια”, να εγκληματοποιηθούν ολόκληρες κοινωνικές ομάδες (π.χ μετανάστες, ριζοσπαστικοί πολιτικοί-κοινωνικοί χώροι κτλ.), να μπολιαστούν με φόβο όλοι αυτοί κι αυτές που έχουν όλους τους λόγους του κόσμου να εξεγερθούν, να βγουν στους δρόμους. Η κρίση λατρεύει την αστυνομία…


Και μέσα σε όλα αυτά έρχονται οι εργατοπατέρες και η πάντα «αγωνιζόμενη και τίμια» αριστερά να παραδώσουν μαθήματα αγώνα. Αυτοί που με τα χειραγωγικά τους παιχνίδια, την υποχωρητικότητα και την συνδιαλλαγή πάνω και κάτω από το τραπέζι απαξίωσαν κάθε έννοια κοινωνικής αντίστασης. Απέναντι στον διευρυμένο κοινωνικό εκβιασμό προτείνουν «δικαιότερα μέτρα» ή και το γελοίο «να πληρώσει την κρίση η πλουτοκρατία» (δηλαδή αν τσοντάρουν κάτι τα αφεντικά από το περίσσευμά τους – γιατί όχι και από «πατριωτικό ενδιαφέρον»- να γυρίσουμε όλοι ήσυχοι στα σπίτια μας;) Όμως κρίση σημαίνει επίταση της εκμετάλλευσης και το να προσπαθούμε να βρούμε τεχνικούς τρόπους να κάνουμε «ηπιότερη» την εκμετάλλευση, δεν είναι παρά η παραδοχή ήττας, της υποχώρησης και της μοιρολατρίας. Ταυτόχρονα ένα κομμάτι της αριστεράς (κυρίως το ΚΚΕ) ψαρεύει στα θολά νερά του πατριωτισμού (εκεί που φυτρώνουν όλα τα παράσιτα του κοινωνικού εκφασισμού). Όμως δεν υπάρχει καμιά «εθνική οικονομία» να σώσουμε από κοινού με τα αφεντικά μας, γιατί αυτή η οικονομία είναι αποκλειστικά δική τους. Όλοι αυτοί που χρόνια σηκώνουν στις πλάτες τους την κερδοφορία των αφεντικών τους, όπως δεν έχουν κοινές αγωνίες και δυσκολίες έτσι και δεν έχουν καμιά κοινή οικονομία να σώσουν, κανένα «καλό της πατρίδας» να υπερασπιστούν, κανένα κόσμο να διαχειριστούν από κοινού. Όλα τα υπόλοιπα είναι αυταπάτες.


Απέναντι στη κρίση οι «από κάτω» βρίσκουν τις δικές τους λύσεις στην μοναξιά, την εξατομίκευση, την φτώχεια και τον αποκλεισμό μακριά από διαμεσολαβητές, καλοθελητές και κόμματα: από την συλλογική άρνηση πληρωμής φόρων, εισιτηρίων, λογαριασμών, από τη δημιουργία συνελεύσεων, συλλογικών απαντήσεων και υποδομών αλληλοβοήθειας στις γειτονιές, από το σαμποτάρισμα των τραπεζών, την αλληλέγγυα στάση απέναντι σε όποιον και όποια δέχεται τη κρατική καταστολή, από την υπεράσπιση των αγώνων σε εργασιακούς χώρους, μέχρι τις συλλογικές επιθέσεις σε σούπερ μάρκετ για την επανοικειοποίηση βασικών αγαθών… Οι γειτονιές μας πρέπει να ξαναζωντανέψουν από συναντήσεις αντίστασης…

 

 

Όλοι και όλες στους δρόμους! Ξανά και ξανά!