Ο πολιτισμος τους δεν πολεμιέται με παυσίπονα

  • Print

Με θετική αποτίμηση πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 5/2 η εκδήλωση - συζήτηση του Θερσίτη με αφορμή τα "μέτρα αναδιάρθρωσης της υγείας". Στην εκδήλωση -μεταξύ άλλων- συμμετείχαν γιατροί από τη "συνέλευση για την υγεία" οι οποίοι  μετέφεραν το βίωμά τους από τα δημόσια νοσοκομεία αλλά και κατέθεσαν την πολιτική τους τοποθέτηση γύρω από τις επιχειρούμενες αναδιαρθρώσεις στο Ε.Σ.Υ. Η συζήτηση διευρύνθηκε προς την κριτική ολόκληρου του πολιτισμού της ασθένειας και της υγείας μέσα στον καπιταλισμό αλλά και των κοινωνικών σχέσεων πάνω στις οποίες ο τελευταίος είναι δομημένος διερευνώντας παράλληλα τρόπους ξεπεράσματος κι ανατροπής του. Τέλος κατατέθηκε η κοινή αναγκαιότητα δημόσιων παρεμβάσεων και δράσης γύρω από τα "νέα μέτρα" και τα νέα οικονομικά "χαράτσια" σε χώρους περίθαλψης και υγείας.

Περισσότερα για τη "συνέλευση για την υγεία" εδώ: http://syneleyshgiathnygeia.blogspot.com/



Το κείμενο της εκδήλωσης από τον Θερσίτη:

 

Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο διεξάγεται μια πρωτοφανής σε ένταση και έκταση επίθεση στο κοινωνικό σώμα, σε όλους τους τομείς «παροχών», οι οποίοι ακόμα και –προβληματικοί, αντιλειτουργικοί και απροσχημάτιστα κυνικοί- αποτελούσαν το λεγόμενο «κοινωνικό δίχτυ προστασίας» από την πλευρά των αφεντικών. Τα «πλαφόν κοινωνικών κεκτημένων» στους τομείς της εκπαίδευσης, περίθαλψης, εργασίας κτλ, ναι μεν υποδήλωναν και διαμόρφωναν κάθε φορά τις ταξικές και κοινωνικές ισορροπίες δυνάμεων (το μέγεθος δηλαδή, της επίθεσης των από πάνω και τις αντίρροπες κοινωνικές δυναμικές τους), αλλά κατά βάση αποτελούσαν το επίδικο του «κοινωνικού συμβολαίου». Και αυτό όχι μόνο στο επίπεδο της ρητορείας και των διακηρύξεων του δυτικού καπιταλιστικού μοντέλου και της αστικής δημοκρατίας. Τόσο η πολιτική της κοινωνικής συναίνεσης όσο και η λεηλασία των από πάνω στους από κάτω διαμορφωνόταν, θεσμικά και ιδεολογικά πάνω σε αυτό το πλαίσιο, το οποίο καθόριζε ένα μίνιμουμ κρατικού ελέγχου των παροχών. Το «κοινωνικό συμβόλαιο» λοιπόν, που για δεκαετίες στο μεταπολεμικό δυτικό κόσμο, διαμόρφωνε το κοινωνικό φαντασιακό και τους όρους της κοινωνικής ειρήνευσης, έγινε μέσα σε μερικούς μήνες ένα πατσαβουρόχαρτο. Δυστυχώς όμως αυτή τη φορά το «κοινωνικό συμβόλαιο» δεν κάηκε στα οδοφράγματα της κοινωνικής αντεπίθεσης. Το τσαλάκωμά του σήμανε απλά την επίσημη έναρξη μιας ανελέητης επίθεσης των κυρίαρχων. Η επανεγγραφή και επαναδιατύπωσή του πλέον γίνεται ως ξεκάθαρο πολεμικό ανακοινωθέν.

 

Στην ελληνική πραγματικότητα, το ξεθεμελίωμα κάθε προνοιακού ψήγματος είναι μια επιταχυνόμενη πραγματικότητα: τα αφεντικά αφού «τελείωσαν» με το ασφαλιστικό, πέρασαν πάνω από το εργασιακό, αρχίζουν να διαμορφώνουν το «νέο θεσμικό πλαίσιο» στο χώρο της υγείας (και ακολουθεί ο τομέας της εκπαίδευσης).

 

Τη δεκαετία της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης του ’80, με τη δημιουργία του περίφημου ΕΣΥ (που βελτίωσε σε ένα βαθμό και κυρίως άπλωσε σε μεγάλα κοινωνικά κομμάτια τις παρεχόμενες υπηρεσίες περίθαλψης), διαμορφώνεται και οργανώνεται ουσιαστικά σε πολλαπλά επίπεδα το νέο ιατροκεντρικό κατεστημένο, όχι μόνο σε επίπεδο φυσικών προσώπων αλλά και σε επίπεδο κοινωνικής πρόσληψής του. Οποιαδήποτε συζήτηση ή αγώνας για την περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση των υποδομών, για την όξυνση της αμφισβήτησης (που είχε ξεκινήσει από τα μέσα της δεκαετίας του ’70), οποιαδήποτε κίνηση για την κοινωνική αυτοδιεύθυνση των υποδομών, θάβεται κάτω από το «κοινωνικό πρόσωπο» του ΕΣΥ.

 

Μπορεί π.χ. τα φακελάκια, οι μεγαλογιατροί ή οι υπερτιμολογημένες προμήθειες να θεωρούνται «ελληνικά φαινόμενα» και παράπλευρες απώλειες, αλλά η πραγματικότητα δείχνει πως η δημιουργία του ΕΣΥ -ουσιαστικά και για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία- είναι η δημιουργία μιας μεγάλης «ιατρικής μηχανής». Μιας μηχανής που πέρα από τις αρχικές της διακηρύξεις, λειτουργεί με τη μορφή της ανταποδοτικότητας (μια λογική που όσο περνούν τα χρόνια δυναμώνει και χάνεται η αρχική «προστατευτική προς την κοινωνία φορά της») και ταυτόχρονα συμβάλλει στο άπλωμα του κυριαρχικού ελέγχου: η «υγεία» όλου του πληθυσμού γίνεται πεδίο ελέγχου από το κράτος. Την ίδια στιγμή, επ’ ουδενί δε χτυπιέται η φιλοσοφία και η δομή της καπιταλιστικής ιατρικής: ο «ασθενής» μπαλώνεται και χαπακώνεται όπως-όπως για να ξαναγυρίσει «υγιής» στο πεδίο μιας καθημερινότητας παραγωγής, κατανάλωσης και επιβολών. Όχι μόνο λοιπόν το κοινωνικό σώμα, αλλά και αυτό καθ’ αυτό το ανθρώπινο σώμα γίνεται πεδίο διαχείρισης της ιατρικής επιστήμης και του παρεχόμενου μοντέλου της.

 

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή (και αναμενόμενη). Όσο περνούν τα χρόνια, δημιουργούνται διαρκώς εκείνα τα θεσμικά ανοίγματα για την απαξίωση των υποδομών και των παροχών, ανοίγουν οι πόρτες για περαιτέρω ιδιωτικοποίησή τους. Αν η δημιουργία ποιοτικών υποδομών περίθαλψης «για όλο το λαό» ήταν ένας σαρκασμός των σοσιαλδημοκρατών διαχειριστών του ’80 στην κίνησή τους να ενσωματώσουν κοινωνικές διεκδικήσεις και ανάγκες, 25 χρόνια μετά, μέσα στο πεδίο της γενικευμένης καπιταλιστικής κρίσης, και με τη νέα «μεταρρύθμιση» προ των πυλών, δεν έχει μείνει παρά ο ωμός κυνισμός των από πάνω χωρίς προσχήματα «κοινωνικής ωφέλειας».

 

Το νέο νομοσχέδιο που προωθείται, επικυρώνει αυτόν τον κυνισμό. Η εισαγωγή αντίτιμου και εισιτηρίου για κάθε ιατρική πράξη και εξέταση, η δημιουργία υποδομών περίθαλψης πολλών ταχυτήτων, η πλήρης απαξίωση και κατάρρευση των περισσότερων (μικρών και μεγάλων) υποδομών (ιατρικά κέντρα, πρωτοβάθμια περίθαλψη, κεντρικά νοσοκομεία), δεν είναι παρά μέτρα τεχνικοποίησης του κυνισμού και της επίθεσης των από πάνω: η προσβασιμότητα στο σύστημα περίθαλψης κλείνει γι’ αυτούς που βρίσκονται στον πάτο της κοινωνικής ιεραρχίας, τους φτωχούς, τους ανασφάλιστους, τους αποκλεισμένους. Η «παθολογία» των φτωχών παύει πλέον να είναι πεδίο ενσωμάτωσης και ελέγχου από το ιατρικό σύστημα και γίνεται μια «παθολογία» που θα αντιμετωπιστεί με «άλλα όπλα». Σε μια εποχή όπου τα πάντα ιατρικοποιούνται, γίνονται πεδίο ελέγχου και κέρδους επιστημών και βιομηχανιών «υγείας», όπου τα πάντα γίνονται σημείο αναφοράς του δίπολου «υγείας-ασθένειας», όπου η έννοια της «ασθένειας» επεκτείνεται σε κάθε πεδίο του κοινωνικού και προσωπικού χωροχρόνου (από το απλό κρυολόγημα, την κατάθλιψη, την παχυσαρκία ως τις συμπεριφορές κ.τ.λ.), κάποιοι πετιούνται στην άκρη αυτού του πολιτισμού των «άσπρων στολών», για να στοχοποιηθούν εκ νέου ως φορείς ασθενειών. Μήπως κανείς δε βλέπει τη διάχυτη καθεστωτική ρητορεία πρόκλησης κοινωνικού φόβου για το «υγειονομικό πρόβλημα», την «υγειονομική βόμβα» που αποτελεί η παρουσία παράνομων μεταναστών στον ελληνικό παράδεισο; Μήπως αυτή δεν είναι μια ρητορεία και πρακτική περίφραξης, αποκλεισμού και εν τέλει εξόντωσης που θέλει να απλώσει και σε άλλα κομμάτια του πληθυσμού; Αυτή λοιπόν η ρητορεία περίφραξης διεκδικεί το χώρο της στο κοινωνικό πεδίο, ως κομμάτι παραγωγής κοινωνικού συντηρητισμού και εκφασισμού, για να ισορροπήσει το αντίρροπο φορτίο κοινωνικής ριζοσπαστικοποίησης και αυτοκαθορισμού.

 

Ανοίγεται λοιπόν μπροστά μας διάπλατα, ένα πεδίο αγώνα, που είναι πολύ περισσότερο σύνθετο από όσο φαντάζει. Το ότι μπορεί να ξεκινά από την απαίτηση του κοινωνικά αυτονόητου και αναφαίρετου της ελεύθερης και ανοιχτής πρόσβασης όλων ανεξαιρέτως σε στοιχειώδεις και ποιοτικές παροχές περίθαλψης, δε σημαίνει αυτόματα πως στηρίζει ένα πεθαμένο (λειτουργικά και κοινωνικά) και εξαχρειωμένο «δημόσιο σύστημα υγείας» και ότι προσδοκά μια αναγέννηση του ΕΣΥ που θα δώσει «πραγματικές λύσεις σε πραγματικά προβλήματα». Το σημείο εκκίνησης της ικανοποίησης μιας βαθιάς κοινωνικής ανάγκης –όπως είναι το ζήτημα της περίθαλψης- πρέπει να απλώσει σε μια συνολικότερη κοινωνική απόπειρα αυτοκαθορισμού. Τη στιγμή που ο «παλιός κόσμος» καταρρέει -κλυδωνιζόμενος από την εσωτερική του χρεοκοπία- όχι για να χτιστεί ένας «καινούριος λαμπρός κόσμος» αλλά ένα περίφρακτο φρούριο, είναι και η στιγμή που οι κοινωνικές πρακτικές ανυπακοής πρέπει να οξύνουν τα εργαλεία τους, τους τρόπους τους, τις απαντήσεις και τις επιθέσεις τους, χωρίς ψευδαισθήσεις, αυταπάτες και «νοσταλγία» για τον «παλιό κόσμο που χάθηκε»... Ένα ανοιχτό πεδίο αγώνα, χωρίς άλλα προαπαιτούμενα και χωρίς «φωτεινές συνταγές», αλλά με πυξίδα τον κοινωνικό αυτοκαθορισμό, τη σύγκρουση και την αλληλεγγύη.

 

Ένα πεδίο αγώνα που έχει να απαντήσει και να πράξει ενάντια σε έναν βαθιά ιεραρχικό μηχανισμό όπως είναι πχ. ένα νοσοκομείο, όπου οι εντολές έχουν στρατιωτική διαβάθμιση (από τους διευθυντές, τους πολιτικούς προϊστάμενους τους και τις πάσης φύσεως ιατρικές-επιστημονικές βιομηχανίες, στους μεγαλογιατρούς, στους ειδικευόμενους, στο νοσηλευτικό προσωπικό και από εκεί στους ασθενείς κτλ). Να θέσει σε κίνηση τα κοινωνικά αντανακλαστικά αλληλεγγύης. Να τοποθετηθεί στην κατεύθυνση της αποδόμησης-αποϊεροποίησης του ρόλου των ιατρών, του δίπολου ασθένειας-υγείας. Να θέσει τις βάσεις της συλλογικής-κοινωνικής διαχείρισης των υποδομών περίθαλψης αναγνωρίζοντας και χτυπώντας την αναλωσιμότητα του σώματος και της ύπαρξης στον καπιταλιστικό κόσμο...

 

Ένας αγώνας που δεν θέλει να «θεραπεύσει», αλλά να διαδώσει

ως πανδημία το μικρόβιο της ανυπακοής...

 

 

Για να δείτε και να κατεβάσετε το κείμενο σε pdf πατήστε εδώ