Σκέψεις για μια παράξενη μέρα…

  • Print

Αστάθεια και αποσταθεροποίηση. Το ελληνικό κράτος βρίσκεται μπροστά σε μια πρωτόγνωρη για το ίδιο κατάσταση: πλήρης κοινωνική απονομιμοποίηση, εμφανείς αντιθέσεις και κραδασμοί μεταξύ εξουσιαστικών πόλων, αδυναμία χάραξης κοινής γραμμής, πίεση από φίλους και εχθρούς, έλλειψη πειστικών εναλλακτικών που θα περισώσουν την αναπαραγωγή του συστήματος. Όλα αυτά φάνηκαν περισσότερο από ποτέ την μέρα της γενικής απεργίας.

Από την άλλη το κοινωνικό κίνημα διαμαρτυρίας που έχει ξεδιπλωθεί τον τελευταίο καιρό (με το μηντιακό προσωνύμιο «αγανακτισμένοι»), στέκει στην πραγματικότητα αδύναμο να ξεπεράσει και να διασπάσει τους κλοιούς που στήνονται γύρω του: όχι μόνο τον αστυνομικό κλοιό, αλλά κυρίως τον ιδεολογικό κλοιό που περικλείει πολλές διαφορετικές ποιότητες, κοινωνικές ταυτότητες, καταβολές, διαθέσεις, ριζοσπαστικότητες, στο κρατικίστικο-πατριωτικό μοντέλο του «μια άλλη δημοκρατία είναι εφικτή» (κατά το «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» των αριστερών φόρουμ αντιπαγκοσμιοποίησης). Το κίνημα των αγανακτισμένων μέχρι στιγμής διαμορφώνει μια πραγματική κοινωνική ανάγκη (αυτήν της δημιουργίας ενός χώρου συζήτησης και διαμαρτυρίας), στέκεται ως ένας ενδιαφέρων κοινωνικός πειραματισμός, αλλά δεν έχει διαμορφώσει εκείνο το πεδίο κοινωνικής ριζοσπαστικοποίησης που θα «αναμενόταν»: δεν μπορεί και πιθανά δεν θέλει να διασπάσει τις ταυτότητες, δεν μπορεί και πιθανά δεν θέλει να διαμορφώσει νέες υποκειμενικότητες αγώνα, δεν μπορεί να διαμορφώσει νέα πεδία αγώνα εξακοντισμένα μακριά από την περιφέρεια της πλατείας Συντάγματος. Το «πάθος» της πλατείας Συντάγματος δεν έχει μεταφερθεί στις λαϊκές συνελεύσεις γειτονιάς, οι οποίες κατά βάση δεν είναι ούτε πολυπληθείς ούτε διαμορφώνονται έξω από τις γνωστές πολιτικές δυναμικές. (Το πείραμα βέβαια των συνελεύσεων γειτονιάς είναι ακόμα στην αρχή του, και το βιωματικό πεδίο των γειτονιών -η ψυχογεωγραφία τους και η ταξική τους κοινότητα-, μπορεί να αποτελέσει γόνιμο και πραγματικό πεδίο ξεδιπλώματος κοινωνικών αντιστάσεων.)

Στην πραγματικότητα, κανένα κοινωνικό κίνημα –στο βαθμό που στρέφει το βλέμμα του στην δημιουργία και επέκταση ζωτικών χώρων ελευθερίας- δεν μπορεί να επιβιώσει και να εξελιχθεί όταν απλά αναπαράγει και διεκπεραιώνει τις δοσμένες του δυνατότητες, όταν οι ταυτότητες των υποκειμένων που το αποτελούν δεν διασπόνται και δεν συντίθενται σε νέες υποκειμενικότητες. Όταν αναπαράγει όλο τον πολιτισμό της χειραγώγησης και της ανάθεσης.. Όταν βρίσκεται απλά στο δρόμο για να αγκαλιαστεί από σύσσωμους τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, για να γίνει μια φωτογραφία που θα διατρέχει το ίντερνετ. Η στάση των ΜΜΕ είναι ενδεικτική: αγκαλιάζουν τους αγανακτισμένους θέτοντας ταυτόχρονα και κώδικες σωστής συμπεριφοράς της διαμαρτυρίας: ότι δεν είναι ειρηνικό είναι και εχθρικό, ότι δεν αρμόζει στην τηλεοπτική γλώσσα είναι προς εξορία. Τέτοιου είδους κοινωνικά κινήματα διαμαρτυρίας καταλήγουν να διεκπεραιώνουν αυτοεκπληρούμενες προφητείες και να αποτελούν εντέλει το «κοινωνικό άλλοθι» θεσμικών μετατοπίσεων. Αυτό εξάλλου φάνηκε στην απεργία της 15ης Ιούνη: πέρα από την προπαγάνδα της αριστεράς, το «πλήθος» δεν ήταν εκατοντάδες χιλιάδες –όπως θα περίμενε μια γραμμική ανάλυση της κοινωνικής πραγματικότητας- αλλά με το ζόρι έφτανε τις 40-50 χιλιάδες. Και όταν δέχτηκε την προμελετημένη επίθεση των κατασταλτικών δυνάμεων στο Σύνταγμα δεν υπήρχαν περισσότεροι από 10-15 χιλιάδες κόσμου. Επίσης η γραμμικότητα καταρρίφθηκε και στο επίπεδο της ποιότητας της αγανάκτησης: αυτή δεν έφτανε για να προχωρήσει σε μια κατά μέτωπο επίθεση τη μέρα του «μεγάλου ραντεβού». Όσοι με αυτοαναφορική πολιτική εμμονή το δοκίμασαν (ή φαντασίωναν το ρόλο του πυροκροτητή), δοκίμασαν και τα όρια μεγάλων κομματιών των συγκεντρωμένων. Επίσης η ποιότητα της αγανάκτησης άγγιζε σε πολλές περιπτώσεις τον μικροαστικό ζόφο της λαϊκίστικης δεξιάς (δεν είναι τυχαίο που διάφοροι σκώληκες της ακροδεξιάς –που σε πολλές περιπτώσεις έφυγαν κλωτσηδόν- βρίσκουν πεδίο έκφρασης μέσα στην ετερογένεια του πλήθους).

Από την πλευρά του κράτους υπάρχει αλήθεια ένας μικρός πανικός: είναι δεδομένο πως η τωρινή διαχείριση οφείλει στους ντόπιους και υπερεθνικούς καπιταλιστές να «φέρει σε θεσμικό πέρας» το λεγόμενο Μεσοπρόθεσμο. Οι κινήσεις που γίνονται είναι λίγο πολύ αναμενόμενες και εκτονωτικές της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Φανηκαν όμως και τα όρια: το κράτος είτε θα προχωρούσε σε μια κατά μέτωπο επίθεση με ανεξέλεγκτες προοπτικές στο κοινωνικό σώμα και στις διαμαρτυρίες του, πράγμα το οποίο θα σήμαινε αίμα χυμένο στους δρόμους, είτε θα επέλεγε ελιγμούς, αποπροσανατολισμό και θεσμική εγκόλπωση της «κοινωνικής αγανάκτησης» με κίνδυνο όμως να βρεθεί στο χάος μια χρεοκοπίας (στο βαθμό που τα αρπακτικά του ΔΝΤ και της ΕΕ επέμεναν στο αρχικό τους σχέδιο). Όλα προς στιγμήν δείχνουν πως το ελληνικό κράτος και η πολιτική του διαχείριση κερδίζουν χρόνο (σκατζάρουν το κρίσιμο καλοκαίρι): οι δανειστές υποσχέθηκαν πως ανεξαρτήτως της εξέλιξης των διαπραγματεύσεων για το Μνημόνιο 2 θα προχωρήσουν στην 5η δόση του δανείου του Μνημονίου 1. Η πολιτική σταθερότητα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και του ευρωπαϊκού οικοδομήματος (στο βαθμό που η κατάρρευση σε μια χώρα μέλος θα έφερνε εξελίξεις ντόμινο) κρίθηκε πως πρέπει να τεθεί σε πρώτο πλάνο μέχρι να ευδοκιμήσουν οι συνθήκες…Είναι δεδομένο πως ο τρόπος που το πολιτικό κατεστημένο διεκπεραίωνε ως τώρα τις καπιταλιστικές προοπτικές της χώρας μετατοπίζονται: οι κυβερνήσεις «εθνικής σωτηρίας», οι κυβερνήσεις τεχνοκρατών κτλ, κομματιών δηλαδή του εξουσιαστικού μπλοκ άφθαρτων από τον τρέχοντα μηντιακό λαϊκισμό αλλά και απρόσβλητων από λογικές πολιτικού κόστους είναι η απάντηση στην φθορά του πολιτικού κόσμου και την απονομιμοποίησή του, μέχρι να βρεθεί η διάδοχη κατάσταση. Στην πραγματικότητα αυτού του είδους η «αστάθεια» είναι βολική στην διεκπεραίωση των καπιταλιστικών αναγκών που συγκεκριμενοποιούνται μέσα από το Μνημόνιο 2. Και είναι δεδομένο πως κάθε φορά που είτε το πολιτικό κόστος δεν προσμετράται είτε υπάρχουν κυβερνήσεις «εθνικής σωτηρίας» το αίμα αργά η γρήγορα θα κυλίσει στους δρόμους: ο βαθμός κοινωνικής συναίνεσης που απαιτούν τέτοιου είδους κρατικά μορφώματα υπερβαίνει τις έως τώρα διαβαθμίσεις. Ο εσωτερικός εχθρός απλώνεται σε κάθε μορφή και χειρονομία αντίστασης.

Και απέναντι σε όλα αυτά, η απάντηση παραμένει ο δρόμος και οι γειτονιές. Οι κοινωνικοί πειραματισμοί και συνευρέσεις είναι ακόμα ανοιχτά πεδία παραγωγής αντιστάσεων. Στα επερχόμενα μεγάλα κοινωνικά ραντεβού αναμέτρησης με το κράτος αλλά και στην δημιουργία υποδομών και σχέσεων αλληλεγγύης και αντίστασης στις γειτονιές και παντού. Γιατί όσο η κοινωνική διαμαρτυρία δεν αποκτά πρόσημο ανατροπής τόσο θα αναμασάει με τους χειρότερους όρους και τα χειρότερα αποτελέσματα τον πεθαμένο πολιτισμό της εξουσίας στο στόμα της…